Τρίτη 10 Φεβρουαρίου 2009

Ο τίτλος δικός σας.

Τον πρώτο καιρό δεν ήξεραν τίποτα ο ένας για τον άλλον ,το κακό τους βρήκε αναπάντεχα πήραν τις οικογένειες τους και τράβηξαν για τα βουνά,πέταξαν μέσα στο αυτοκίνητο δυο τρεις κουβέρτες για να περάσουν το βράδυ,στα βουνά ίσως να έκανε κρύο και ας ήταν καλοκαίρι . Όταν πια ανηφόρησαν για τα καλά και δεν ακουγόντουσαν τα αεροπλάνα μπήκε στη πλατεία του πρώτου χωριού που βρήκε μπροστά του και σταμάτησε. Τα κορίτσια στο πίσω κάθισμα 18 και 20 χρονών ηρέμησαν κάπως η γυναίκα του τους κρατούσε το χέρι και προσπαθούσε από ώρα τώρα να τις ηρεμήσει παρόλο που και η ίδια έτρεμε από το φόβο της. Δίπλα του καθόταν ο πατέρας του σκεφτικός και ταλαιπωρημένος ,δεν τολμούσε να κοιτάξει τον γιο του που τα χέρια του είχαν ασπρίσει σφίγγοντας το τιμόνι και η αγωνία ήταν ζωγραφισμένη στο πρόσωπο του.
Έπρεπε να πάρει την οικογένεια του από αυτή τη κόλαση ,κανείς δεν περίμενε αυτό το κακό και όμως έπρεπε να το ξέρουν ,τώρα πια δεν είχε σημασία το κακό έγινε και έπρεπε πάσι θυσία να προστατέψει την οικογένεια του.
Έφερε στο μυαλό του την αδελφή του που ζούσε στη Λεμεσό, τι να έγινε εκεί? Άραγε είναι ασφαλής? Ο γιος της είχε πάει φαντάρος πριν έξι μήνες που να βρίσκετε τώρα?
Αλλά και ο πατέρας του δίπλα τα ίδια σκεφτόταν και η γυναίκα του, ο αδελφός της με τη νύφη της θα πήγαιναν και αυτοί σε κάποιο ορεινό χωριό για να γλυτώσουν τους βομβαρδισμούς και όταν θα ηρεμούσαν τα πράματα θα ξαναγύριζαν στα χωριά τους.
Όλοι έτσι σκεφτόντουσαν να ηρεμήσουν τα πράγματα και να γυρίσουν στα σπίτια τους. Και ο αγαπημένος τους γείτονας που τόσα χρόνια τώρα άσχημη κουβέντα δεν αντάλλαξαν , ακόμα και όταν τα παιδιά μικρά που ήταν, όταν τσακωνόντουσαν έπαιρνε ο καθένας το δικό του και μα με το καλό μα με το άγριο τους έδιναν να καταλάβουν ότι τίποτα δεν πρόκειται να χαλάσει αυτή τη φιλία.
Και αυτά όμως τα έβλεπες μετά από καμιά ώρα να παίζουν ανέμελα λες και δεν ήταν αυτά που ξεσήκωναν τον τόπο με τους τσακωμούς τους. Μεγαλώνοντας τα κορίτσια έγιναν αχώριστα με τα γειτονόπουλα τις συνομήλικες τους και τον Αντρίκο το μικρό που όλες μαζί τον πείραζαν .
Σε κάποιο άλλο χωριό ο Δημήτρης με τη γυναίκα του και τα τρία του παιδιά βρίσκονταν στο σπίτι ενός κουμπάρου του που θα τους φιλοξενούσε , ο Δημήτρης του είπε πως δεν πειράζει θα βολευόντουσαν στο αυτοκίνητο, τώρα βέβαια πως θα βολευόντουσαν εφτά άτομα η ψυχή του το ήξερε .
Πέντε άτομα ήταν αυτός με την γυναίκα του και τα τρία του παιδιά συν δυο άτομα τα πεθερικά του ,με το ζόρι χωρούσαν μέσα στο αυτοκίνητο,ήξερε όμως και τις δυσκολίες που περνούσαν οι κουμπάροι του με τέσσερα παιδιά και τους παππούδες μέσα σ' ένα σπίτι τριών δωματίων.
Στο τέλος βάλανε τα πεθερικά στο σπίτι για να μην ταλαιπωρούνται και οι άλλοι κοιμήθηκαν, τρόπος που λέγει στο αυτοκίνητο καθιστοί .Αυτός κάθισε σε ένα παγκάκι στην πλατεία μαζί με τη γυναίκα του ρίξανε μια κουβέρτα στους ώμους τους και προσπαθούσαν να καταλάβουν τι στην ευχή έγινε ,σε λίγο η πλατεία γέμισε από αυτοκίνητα ,τρακτέρ με ότι μέσον έβρισκε ο καθένας φτάνει να γλυτώσει τα παιδιά του από το κακό, ήλθε και ένα λεωφορείο γεμάτο κόσμο ,ο οδηγός του λεωφορείου έβαλε όσους χωριανούς χωρούσε ,βασικά διπλάσιους έβαλε δεν είχαν όλοι δικά τουςαυτοκίνητα ,κάποιος έπρεπε να τους μεταφέρει, σε κάποιες ανηφόρες οι άνδρες κατέβαιναν και έσπρωχναν για να τα καταφέρει να βγάλει την ανηφόρα.
Πόλεμος αυτό γινόταν ένας πόλεμος που δεν έμελλε να αφήσει τους δυο φίλους να πάνε ποτέ στα σπίτια τους. Τα χρόνια περνούσαν και οι δυο φίλοι βρέθηκαν ο ένας οικογενειακώς στην Αυστραλία και άλλος στη Λεμεσό καμιά φορά ο Δημήτρης μάθαινε νέα τους Γιώργη από την αδελφή του ,ο πόλεμος στάθηκε ακόμα πιο σκληρός γι' αυτήν ο γιος της το παλικάρι της ακόμη αγνοείτε άλλοι της είπαν ότι σκοτώθηκε άλλοι ότι τον είδαν στα Άδανα και ήταν ζωντανός, ο γιος της δεν γύρισε ποτέ και κανένας δεν βγήκε να της πει ούτε αυτής ούτε και στις άλλες μανάδες τι απέγιναν τα παιδιά τους ,ίσως αυτές μόνο ξέρουν τι έγιναν τα παιδιά τους αφού οι περισσότερες έχουν πεθάνει μετά από 35 χρόνια προσμονής ,με αυτό το καημό και με το μαράζι του γιου του πέθανε και ο άνδρας της.
Μετά από είκοσι χρόνια ξενιτιάς ο Γιώργης αποφάσισε να γυρίσει πίσω οι κόρες του δεν θέλησαν, είχαν παντρευτεί εκεί είχαν τις δουλειές τους και τα παιδιά τους πήγαιναν εκεί σχολείο ,έτσι αποφάσισαν να μείνουν και να έρχονται να βλέπουν τους γονείς τους. Ο Δημήτρης είχε χάσει τη γυναίκα του πριν δυο χρόνια τα πεθερικά του είχαν πεθάνει και αυτά με τον μεγάλο καημό ότι δεν μπόρεσαν να γυρίσουν στους τόπους τους.
Η αδελφή του Γιώργη μόλις έμαθε ότι ο αδελφός της θα ερχόταν να μείνει για πάντα στη Κύπρο πήρε τηλέφωνο και το είπε στον Δημήτρη ,έτσι εκείνη την Κυριακή ο Δημήτρης με τη γυναίκα του πήγαν στην εκκλησία όπου και έγινε και το μνημόσυνο της αγαπημένης τους φίλης και γειτόνισσας και μετά τη λειτουργία όλοι μαζί πήγαν στον τάφο όπου έκλαψαν για τα χρόνια που πέρασαν μέσα στη προσφυγιά, έκλαψαν που αναγκάστηκαν να ξεσπιτωθούν και να ζήσουν σε ξένους τόπους μακριά από αγαπημένα πρόσωπα,έκλαψαν για τα χαμένα παλικάρια που χάθηκαν έτσι άδικα ΄και για τις ψεύτικες υποσχέσεις των μεγάλων. Έκλαψαν που ξέρουν πως και αυτοί θα πεθάνουν κάποια στιγμή χωρίς να δουν την πατρίδα τους ενωμένη και ελεύθερη από τους κατακτητές.
Αυτή είναι η προσφυγιά ξεριζωμός νεκροί και μεγάλα λόγια από τους μεγάλους ψεύτικα λόγια ,και ψεύτικες υποσχέσεις.
.


Πέμπτη 5 Φεβρουαρίου 2009

Αν μπορείς πιάσε με

Συννεφούλα συννεφούλα να γυρίσεις σου ............
Συννεφιές συννεφιές όταν δεν σε βλέπω έχω......................
Συννεφιασμένη ΚΥΡΙΑΚΉ............................


Συννέφιασε συννέφιασε συννέφιασε ο ουρανός....................


Βάζω μερικές φωτογραφίες από σύννεφα που κανείς δεν μπορεί να τα φτάσει και να τα θυμώσει.

Κυριακή 1 Φεβρουαρίου 2009

Αληθινά όνειρα

Κάθισε κάτω από τη σκιά του μεγάλου δένδρου πάνω στο ξύλινο παγκάκι που τα χρώματα του είχαν ξεφτίσει από πολύ καιρό,ίσως κάποτε να ήταν βαμμένο πράσινο.
Πήρε το βιβλίο και προσπάθησε να διαβάσει ,αλλά η μέρα ήταν τόσο όμορφη!! αρχές της Άνοιξης ο ουρανός ήταν καταγάλανος ,ούτε ένα συννεφάκι δεν φαινόταν στον ορίζοντα ,αντίθετα με την προηγούμενη βδομάδα που έριχνε κατακλυσμό και ο αέρας δεν σε άφηνε να ξεμυτίσεις
Σήμερα όμως τίποτα δεν την κρατούσε στο σπίτι. Κάθε Τετάρτη είχε ρεπό από το εμπορικό όπου δούλευε μέχρι να πάρει το πτυχίο της ,μετά θα ακολουθούσε το επάγγελμα που διάλεξε κοινωνική λειτουργός, ήθελε να ασχοληθεί με τα κοινά.
Παράτησε το βιβλίο δίπλα και το βλέμμα της έπεσε πάνω σε δυο πιτσιρίκια που ήταν δεν ήταν τεσσάρων χρονών και κρατούσαν μια μπάλα που πετούσαν ο ένας στον άλλο γελώντας ,δίπλα τους στεκόταν μια μελαχρινή κοπέλα με τα μαλλιά πλεγμένα πίσω και της έφταναν μέχρι τη μέση,σίγουρα δεν θα ήταν η μητέρα τους, αυτά ήταν καστανόξανθα αν και δεν πρόλαβε να αναρωτηθεί πως ίσως να έμοιαζαν στον πατέρα τους γιατί είδε μια άλλη γυναίκα να πλησιάζει και τα μικρά να τρέχουν πάνω της φωνάζοντας μαμά, μαμά.
Όχι σου λέω όχι δεν γυρνάω στο σπίτι μου ,δεν μπορώ άλλο δεν αντέχω αυτό που γίνετε, ο λυγμός δίπλα της την έκανε να γυρίσει, είδε δυο κορίτσια το ένα με κοντά ξανθά μαλλιά και το άλλο με καστανά σγουρά , αυτό με τα σγουρά τώρα έκλαιγε προσπαθώντας να μην ακουστεί.
Ξαναπήρε το βιβλίο και έκανε ότι διάβαζε δεν ήθελε να φέρει σε δύσκολη θέση τα κορίτσια ,αυτό που έκλαιγε πιθανόν να μην πήρε καν είδηση ότι κάποιος άλλος τους άκουγε, εξάλλου το πάρκο είχε πολύ κόσμο μετά το μεσημέρι,ήταν λίγο μετά που έκλειναν οι δουλειές και τα σχολεία και πολλοί περνούσαν ή κάθονταν να χαρούν λίγο ήλιο και να ξεφύγουν από το κλείσιμο στα γραφεία και τα σχολεία,το άλλο κορίτσι όμως η φίλη της γύρισε και την κοίταξε κάπως αμήχανα, αυτή βέβαια έκανε σαν να μην άκουσε τίποτα και συνέχισε να είναι σκυφτή στο βιβλίο.
Και που θα πας ? Θα έλθω σε σένα !! Δεν γίνετε από χθες είναι η αδελφή μου στο σπίτι με τα παιδιά της και γίνετε χαμός . Δεν πειράζει θα μείνω εδώ μέχρι που θα νυκτώσει και όταν φύγει η αδελφή σου πάρε με τηλέφωνο να έλθω ,δεν θα μείνω καιρό ,μετά θα δω τι θα κάνω..
Το κορίτσι με τα κοντά μαλλιά αγαπούσε τη φίλη της, ήξερε το δράμα της και ένιωθε άσχημα που δεν μπορούσε να τη βοηθήσει, δεν ήξερε τι να της πει ,κοίτα δεν γίνετε να έρθεις γιατί ....,κόμπιαζε, να.... ξέρεις η αδελφή μου παράτησε τον άνδρα της και όπως ξέρεις το δυαράκι που μένουμε ίσα ίσα που μας χωράει ,εγώ κοιμάμαι στο χολ γιατί στον καναπέ του σαλονιού βάλαμε τα παιδιά ,η αδελφή μου κοιμάται χάμω,σου λέω δεν γίνετε.
Έκλεισε το βιβλίο με σκοπό να σηκωθεί να φύγει,αλλά δεν κουνήθηκε από τη θέση της όταν άκουσε το κορίτσι να συνεχίζει και να λέει στη φίλη της ,γιατί δεν πηγαίνεις στην αστυνομία?
Θεέ μου τι γίνετε εδώ?Άνοιξε το βιβλίο και μόνο γράμματα δεν έβλεπε, που και που γυρνούσε και καμιά σελίδα για να μην καταλάβουν ότι έστησε αυτί,και συγχρόνως το μυαλό της δούλευε.Την είχε πιάσει μια αγωνία και ένας φόβος για το τι θα άκουγε όμως δεν κουνήθηκε από τη θέση της.
Μα τι λες ? Το κορίτσι με τα σγουρά μαλλιά σχεδόν φώναξε ,ένα κύριος που περνούσε εκείνη τη στιγμή από μπροστά τους γύρισε και τις κοίταξε κουνώντας το κεφάλι και μονολόγησε λίγα βήματα πιο πέρα, αχ αυτά τα σημερινά παιδιά !!!! και συνέχισε τη βόλτα του κάτω από τον ανοιξιάτικο ήλιο που οι αχτίδες του τώρα δεν έκαιγαν ,είχε πάει πέντε η ώρα.
Ξέρεις τι λες???? Αυτός είναι η αστυνομία!!! Να μην πας στο τμήμα που δουλεύει αυτός !! Χα φώναξε ακόμα πιο δυνατά το σγουρόμαλλο κορίτσι και μετά σχεδόν ψιθυριστά και τι νομίζεις ?Όλοι αυτοί γνωρίζει ο ένας τον άλλο ,λες να τον καταδώσουν???Όχι όχι θα με βγάλουν τρελή και αυτός μετά από λίγο καιρό θα αρχίσει τα ίδια .
Η μαμά σου τι λέει ?επέμενε η φίλη της. Τρελή είσαι?? Τι να της πω?? Ότι ο άνδρας της κάθε τρεις και λίγο έρχεται το βράδυ όταν αυτή κοιμάται και με βιάζει? Αυτό να της πω?? Δεν θα με πιστέψει!!!
Κάποτε στο άλλο σπίτι που μέναμε τότε που ζούσε ο μπαμπάς μου ακόμα είχε βουίξει ο τόπος πως ΄ένας πατέρας βίαζε την κόρη του,το είχε πει και η τηλεόραση. Ξέρεις τι είπε η μάνα μου ?΄΄Ότι το κορίτσι ξεμυάλισε τον πατέρα του !!Αν είναι δυνατόν!!!!Και τώρα μου λες να της πω για τον πατριό μου έναν ξένο για μένα, τον άνδρα της? Που να μην έσωνε ποτέ να τον παντρευτεί !!!.
Τώρα το κορίτσι έκλαιγε με λυγμούς, η φίλη της την αγκάλιασε και κλαίγοντας και αυτή προσπαθούσε να βρει δυο λόγια παρηγοριάς.
Το βιβλίο της έφυγε από τα χέρια , κοινωνική λειτουργός δεν θέλει να γίνει?Να βοηθά κόσμο ? Τέτοιες περιπτώσεις θα συναντούσε συχνά ,σηκώθηκε από το ξεφτισμένο παγκάκι και έκανε ένα βήμα προς τα κορίτσια, όμως τι έπαθε? Γιατί δεν μπορούσε να κουνήσει τα πόδια της ?Γιατί ένιωθε τόσο βαριά?Γύρισε αργά, αργά το κεφάλι της αλλά τα κορίτσια δεν ήταν εκεί ?Πού είχαν εξαφανιστεί?Γιατί καθόταν μόνη στο πάρκο? Που πήγε ο ήλιος? Γιατί κρύωνε?
Έβαλε όλη της την δύναμη να κουνηθεί αλλά ένιωσε το σώμα της να πιέζετε, άνοιξε τα μάτια έντρομη, τα χέρια της ήταν ακινητοποιημένα, πήγε να φωνάξει αλλά ένα χέρι της έκλεινε το στόμα ,για άλλη μια νύχτα έζησε τον εφιάλτη που ζούσε εδώ και δυο χρόνια.

Πέμπτη 29 Ιανουαρίου 2009

Ουράνιο τόξο



Σήμερα το απόγευμα βγαίνοντας στο μπαλκόνι, στον πρώτο όροφο που μένω είδα στον ουρανό ένα ουράνιο τόξο που κρυβόταν πίσω από το σπίτι απέναντι και δεν φαινόταν πολύ καλά,έτσι πήρα την μηχανή και ανέβηκα στη ταράτσα της τριώροφης πολυκατοικίας για να το φωτογραφίσω και να σας το δείξω.
Το ουράνιο τόξο μου αρέσει ,μου αρέσουν τα χρώματα του , είναι σαν μήνυμα ελπίδας όπως ξεπροβάλλει ανάμεσα στα σύννεφα,είναι σαν να σου λέει πως όλα θα φτιάξουν,νομίζω ότι παλιά όταν ήμουν παιδί έβλεπα πιο συχνά ουράνια τόξα ,μπορεί όμως να κάνω λάθος και τώρα απλά να μην τα προσέχω όταν βγαίνουν .
Τα ουράνια τόξα έχουν κάτι παιδικό ,τα παιδάκια όταν το δουν θα το δείξουν με τα χεράκια τους ,θα ανοίξουν το στόμα τους όλο θαυμασμό εγώ άρπαξα τη φωτογραφική μηχανή δεν ήταν και κανένας άλλος στο σπίτι να του πω τι όμορφο ουράνιο τόξο για να μοιραστώ τον ενθουσιασμό μου,γιατί ενθουσιάστηκα και όπως ήμουν με την ρόμπα(ρόμπα γίναμε) ανέβηκα στη ταράτσα και σας το παρουσιάζω.



Τρίτη 27 Ιανουαρίου 2009

Νανούρισμα

Το νανούρισμα αυτό το αφιερώνω στον Διάσπορο και Σπύρο που ξέρω ότι έχουν μικρά μωράκια και σε όλους εσας που πιθανόν να έχετε ή θα αποκτήσετε .Την ιδέα την πήρα από την Λεμέσια όταν πριν λίγο καιρό έβαλε ένα κυπριακό νανούρισμα στο μπλογκ της.
Το νανούρισμα το λέω εγώ για να δώσω λίγο το ρυθμό εσείς θα το πείτε με την δική σας γλυκιά φωνή.

Nα πεις να να, να κοιμηθεί το χαϊδεμένο μου τ'αρνί
να πεις να να τ'αρνέλι μου να να το κουκλαρδέλι μου
Νάνι, νάνι, νάνι,νάνι κι όπου το πονεί να γιάνει
Έλα ύπνε και πάρε το και πάλι ξύπνησε το
έλα ύπνε και πάρε το και γλυκοκοίμησε το
και πάνι το στη Παναγιά και πάλι ξύπνησέ το
Νάνι,νάνι νάνι,νάνι το μωρέλι μου να κάνει
Κοιμάτ' ο ήλιος στα βουνά κοιμάτε στα λαγκάδια
κοιμάτε η Σοφία μου μες' στα μαργαριτάρια
Νάνι ,νάνι, νάνι κι όπου το πονεί να γιάνει

Το τραγούδι το είχα ακούσει από ηχογράφηση που είχε γίνει στο Αναγνωστήριο
η Ανάπτηξη της Αγιάσου με ερμηνεύτρια την Κυρία Ευστρατία Σταυρακέλλη.
Δεν γνωρίζω τίποτα περισσότερο.


Κυριακή 25 Ιανουαρίου 2009

Οι αποφάσεις μας και πόσο τις υλοποιούμε.

Και όλα μαζί νοστιμίζουν τη ζωή ,και τα αλμυρά και τα πικρά και τα καυτερά.




Φέτος έχω απογοητεύσει τον εαυτό μου και φταίω εγώ και μόνο εγώ,συγκεκριμένα από πέρσι τον Σεμπτέβρη,αν και τότε δεν ήθελα να το παραδεχτώ και άφησα να με πάρει το (ποτάμι).
Γι' αυτό διάλεξα να γράψω με το χρώμα γκρι ,δεν είναι και όλα μαύρα!!
Να σας εξηγήσω, όχι ότι άλλη δουλειά δεν είχατε να κάνετε παρά να ακούσετε τις δικαιολογίες μου για τις βλακείες που κάνω.
Όταν πέρσι το Καλοκαίρι (άλλο η ταινία εκείνο το ί πιο όμορφη,ΑΛΛΑ δεν παίρνω και όρκο) τελείωσα το σχολείο δεύτερης ευκαιρίας (ένα τι πάνω από το δημοτικό,μην φανταστείτε τρελά πράγματα) ,είχα πει ότι θα συνεχίσω και στο νυκτερινό Λύκειο,μάλιστα ήμουν ενθουσιασμένη ,παρόλο που είχα κουραστεί, γιατί το πρωί ήμουν στη δουλειά το
βράδυ ήμουν στα θρανία.

Και αν πάλι οι υποχρεώσεις μου δεν το επέτρεπαν να πάω στο Λύκειο θα συμβιβαζόμουν με τα ΚΕΕ κέντρο εκπαίδευσης ενηλίκων και για να είμαι σίγουρη έφτιαξα τα χαρτιά μου και για εκεί, για να παρακολουθήσω Αγγλικά και υπολογιστές για φέτος.

Είμαι ένα άτομο το οποίο όταν πρόκειται να κάνω κάτι, ειδικά για μένα να μην επηρεάζομαι από άλλους ,εκτός και αν η απόφαση μου είναι για τρίτους οπότε θα σκεφτώ και τις επεμβάσεις άλλου για να μην πάρω στο λαιμό μου το άτομο που έχει σχέση με την δική μου απόφαση.
Αυτή τη φορά ίσως η κούραση ,ίσως ότι είχα παραμελήσει λίγο το σπίτι( να και οι δικαιολογίες που έλεγα), επηρεάστηκα, από τον σύζυγο, πως τα κατάφερε ,? θα κουραστείς, θα τα φτύσεις ,θα σε μαζεύουμε ε ήμουν και κουρασμένη η αλήθεια να λέγετε , δεν τα έβγαλε από το μυαλό του και δεν έχει και κανένα πρόβλημα αν η γυναίκα του έχει τελειώσει μόνο δημοτικό ή μόνο σχολείο δεύτερης ευκαιρίας.Δεν ξέρω αλλά με θεωρεί αρκετά (έξυπνη και τα βγάζω πέρα, αν και η εξυπνάδα δεν έχει σχέση με την μόρφωση) δικό του θέμα,τέλος πάντων επηρεάστηκα .

Τώρα βρήκα να επηρεαστώ, το όρνιο,ναι ναι όρνιο ,γιατί γιατί ούτε τα ΚΕΕ άνοιξαν και σε μια σχολή που γράφτηκα για βυζαντινή μουσική πήγα μόνο μία φορά γιατί σκέφτηκα (τώρα βρήκα να σκεφτώ)ότι δεν ήμουν διαθετημένη να πληρώνω δίδακτρα .
Σκέτη απογοήτευσει σας λέω ,γιατί δεν έχω καμιά όρεξη να κάθομαι σπίτι τα απογεύματα και να πλέκω την κάλτσα του στρατιώτη.Πως είπατε? να διαβάζω βιβλία?το κάνω και αυτό .
Δεν θα υποσχεθώ τίποτα για την νέα σχολική χρονιά, δεν θα πω σε κανένα τίποτα ,ξέεερω εγώ τι θα ΚΑΝΩ .Μέχρι τότε θα νομίζω πως κάαααατι γράφω εδώ στον υπολογιστή ,ο οποίος μου αρέσει πάρα πολύ μέχρι που άρχισα να ανησυχώ για μένα.
Και επειδή τη ζωή μας πρέπει μόνοι μας να την νοστιμίζουμε χωρίς παρεμβάσεις από( οποιοδήποτε και ας θέλουν το καλό μας) θα φροντίσω μόνη μου γι' αυτό ,για να μην έχω σούξου μούξου μανταλάκια τάχα μου επηρεάστηκα .
Στην αρχή της ανάρτησης έβαλα διάφορα υλικά που νοστιμίζουν τη γεύση μας, που είναι στο δικό μας χέρι να τα βάλουμε στην κατσαρόλα για να νοστιμίσει το φαγητό μας. Αν δεν απλώσουμε ΜΟΝΟΙ μας το χέρι δεν θα έχουμε το αποτέλεσμα που θέλουμε.

Τετάρτη 21 Ιανουαρίου 2009

Αναμνήσεις 2

Είπα να συνεχίσω και να τελειώσω τις αναμνήσεις κατά την διαμονή μου σε ένα χωριό ψηλά στο βουνό .
Στη πρώτη ανάρτηση έγραψα για το πως βρεθήκαμε σε αυτό το χωριό ,τον αποκλεισμό από τα χιόνια και την γέννηση της κόρης μου,του πρώτου μου παιδιού.

Μετά που ήρθε ο σύζυγος μου στην Αθήνα για να μας δει και να δει το ήδη 15 ημερών παιδί του και αφού είχε γυρίσει στο χωριό, εγώ παρέμεινα λίγες μέρες ακόμα στη ξαδέλφη που μας φιλοξενούσε ,μέχρι να μαλακώσει λίγο ο καιρός και να λιώσουν και λίγο τα χιόνια.

Ένα βράδυ που εγώ ο ξάδελφος και η ξαδέλφη η οποία είχε στα χέρια της την κόρη μου (τα δικά της παιδιά τα είχε βάλει για ύπνο στον καναπέ και στις πολυθρόνες,γιατί στο δωμάτιο τους είχα εγκατασταθεί εγώ με το μωρό) καθόμασταν που λέτε και οι τρεις και βλέπαμε μια ελληνική σειρά που τότε το 81 ήταν από τις καλύτερες( Το φως του Αυγερινού) μερικοί ίσως το θυμούνται ,εκείνη λοιπόν την στιγμή που είχαμε αφοσιωθεί στο έργο που πρωταγωνιστές ήταν ο Αλμπέρτο Εσκενάζι και η Κοραλία Καράντη ( δεν σας ενδιαφέρει ποιοι παίζανε ,το καταλαβαίνω) εκείνη λοιπόν τη στιγμή γίνετε ο σεισμός.
Τον σεισμό τον θυμάστε? Που έγινε στην Αθήνα το 81? Εκεί ήμουν ,(γλίτωσα από τα χιόνια για να πάω από σεισμό η λεχώνα )
Πεταχτήκαμε απάνω και αρπάζω το μωρό από τα πόδια της ξαδέλφης η οποία από τον τρόμο της για τα δικά της παιδιά ξέχασε ότι κρατούσε στη ποδιά της το δικό μου και πάει να σηκωθεί με τα χέρια πάνω.
Σβήσανε και τα φώτα και άντε να κατέβεις τη σκάλα από τον πρώτο όροφο με μωρό στα χέρια και μια τομή που ακόμα δεν είχε κλείσει, κάπου βρήκε ο ξάδελφος έναν αναπτήρα? φακός ήταν ?δεν θυμάμαι και σιγά σιγά κατεβήκαμε ,έκανε και πάρα πολύ κρύο,αφού είχε ψιλορίξει και λίγο χιόνι στην Αθήνα τότε.
Κατεβήκαμε και μπήκαμε μέσα στο αυτοκίνητο τους για να μην παγώσουμε. Ε δεν ήθελα και πολύ η λεχώνα την άλλη μέρα 40 πυρετό για δυο μέρες ήμουν τέζα ,πέρασαν όμως όλα , έτσι μετά από λίγες μέρες πήραμε τον δρόμο για το χωριό.
Στο χωριό καθίσαμε 6 χρόνια έκανα ακόμα ένα παιδί ,τον γιο μου τον οποίο γέννησα Μάιο και δεν είχαμε παρατράγουδα.
Στο διάστημα αυτών των 6 χρόνων περάσαμε 6 χειμώνες με πολλά χιόνια πολύ απομόνωση και μοναξιά για μένα τουλάχιστον και τα παιδιά μου. Γιατί εγώ δεν είχα φίλες εκεί δεν υπήρχαν άλλες γυναίκες νέες και δεν υπήρχαν ούτε μικρά παιδιά για να κάνουν παρέα τα παιδιά μου, ο σύζυγος μου είχε παρέα τους άλλος άντρες που ήταν σε άλλες υπηρεσίες (όλοι ανύπαντροι) πηγαίνε στο καφενείο και μαζί με τους γέροντες του χωριού κάπως περνούσαν τον καιρό τους,ήταν και η δουλειά που τον κρατούσε απασχολημένο και περνούσε αλλιώς ο καιρός γι'αυτόν.
Δύσκολα χρόνια, ευτυχώς το καλοκαίρι πήγαινα διακοπές στην Κύπρο και κάπως ξαλάφρωνε η ψυχή και η καρδιά μου ,αλλά όταν ερχόταν να γυρίσω πίσω και το αυτοκίνητο άρχιζε να ανηφορίζει τι να σας πω, ήξερα ότι αποδώ και μπρος (τέρμα το διάλειμμα τα κεφάλια μες το χιόνι).
Και ήλθε η ώρα να φύγουμε από το χωριό, βλέπετε η κόρη μας έπρεπε να πάει στο σχολείο ,ζήτησε ο σύζυγος μετάθεση (εγώ γκρίνιαζα από χρόνια να φύγουμε δεν άντεχα άλλο εκεί,). Ένα πρωί κατέβηκα από τα πάνω διαμερίσματα πήγα στο παρατηρητήριο(τουαλέτα)με προσοχή κατέβηκα τη σκάλα μπήκα στην αποθήκη βγήκα από την άλλη πόρτα της αποθήκης ανέβηκα τα σκαλιά με πολλή προσοχή είχε πολύ χιόνι, τα δε σκαλιά ήταν σκέτος πάγος εγώ είχα μάθει όμως(έτσι νόμιζα) και πρόσεχα .Βγαίνω από την τουαλέτα εντωμεταξύ είπαμε ότι είχα και θέα πιάτο το χωριό μπροστά μου και πήρε το μάτι μου ότι στην πλατεία ο σύζυγος μου ,ο αγροτικός γιατρός(κάθε χρόνο είχαμε και άλλον) ο γραμματέας του χωριού και κάποιοι άλλοι παίζανε χιονοπόλεμο τα παιδεία παίζει.
Κατεβαίνω τα σκαλιά μπαίνω στην αποθήκη και βγαίνω από την άλλη πόρτα πατάω στο πρώτο σκαλάκι (είχε 2-3 σκαλάκια )με σκοπό να πάω στο κάτω δωμάτιο μέχρι να ξυπνήσουν τα παιδιά και να βάλω ξύλα στη σόμπα (συνήθως την άναβε ο σύζυγος πριν φύγει για τη δουλειά) πατάω στο πρώτο σκαλάκι δεν ξέρω τι έγιναν τα άλλα. Κάποια στιγμή άνοιξα τα μάτια και ήμουν ανάσκελα μες το χιόνι και πονούσα φοβερά πίσω στο δεξί πλευρό και επίσης είχε παγώσει ο ποπός μου που ήταν μέσα στο χιόνι.
Νόμιζα ότι φώναξα με όλη μου την δύναμη στον σύζυγο που τους έβλεπα και τους άκουγα να παίζουν χιονοπόλεμο. Μπουσουλώντας μέσα στο χιόνι μπήκα μέσα στο σπίτι,ευτυχώς τα μωρά κοιμόντουσαν πάνω,μπαίνοντας μέσα για να πάρω το τηλέφωνο και να καλέσω βοήθεια διαπιστώνω ότι η σόμπα είχε βγάλει καπνό γιατί δεν άναψε το ξύλο καλά,πήρα το τηλέφωνο βγήκα έξω μέσα στο χιόνι ,γιατί μέσα δεν μπορούσα να αναπνεύσω κάθισα ξανά μέσα στο χιόνι και πήρα το γραφείο που δούλευε ο σύζυγος,και κοιτούσα που ήταν με τους άλλους στην πλατεία του χωριού. Κτυπάει το τηλέφωνο μια και στην δεύτερη τον βλέπω να μπαίνει μέσα στο γραφείο το σηκώνει και το μόνο που είπα ήταν έλα κτύπησα Βγαίνει έξω και τους βλέπω όλους να τρέχουν προς τα πάνω ο γιατρός μπήκε στο ιατρείο και κάτι πήρε όλα αυτά τα έβλεπα γιατί ήμουν αναγκασμένη να κάθομαι έξω μέχρι να καθαρίσει το δωμάτιο από τον καπνό.
Μπουσουλώντας μπήκα μέσα γιατί είχα ξεπαγιάσει εντελώς , έφτασε ο σύζυγος ο οποίος δεν ήξερε και τι έγινε ακριβώς, αν έπεσα μόνη ή αν είχα και κάποιο παιδί στα χέρια.
Και τώρα τι κάνουμε?ο γιατρός φοβήθηκε μην έσπασα τίποτα του, είπα ότι κτύπησα πίσω δεξιά και όλα τα καθέκαστα και αποφασίστηκε ότι πρέπει να πάμε Λαμία για ακτινογραφία.
Ειδοποιήσαμε την πεθερά μου να έλθει από το διπλανό χωριό για να κρατήσει τα παιδιά και να πάμε στη Λαμία. Για να μην αργήσουμε ήταν και όλοι οι δρόμοι γεμάτοι χιόνια ήλθε ένα κορίτσι και τα κράτησε μέχρι να έλθει η γιαγιά τους θα ερχόταν με το γαϊδούρι ή το άλογο ήταν?και θα αργούσε λίγο. Ήταν ένα μονοπάτι εντελώς κατηφορικό όλο χιόνι,έτσι το φορείο το απόκλεισαν γιατί φοβήθηκαν μην γλιστρήσει κανένας και με στείλουν στον αγύριστο Στο τέλος πάρθηκε η απόφαση να με κρατάνε ένας από τη μια και ένας από την άλλη και να πηγαίνουμε όπως μπορούσα εγώ δλδ μισό βήμα και ωχ μισό βήμα και ωχ.
Κατεβήκαμε και μπήκαμε στο αυτοκίνητο και σε κάθε τράνταγμα μόνο που δεν έκλαιγα από τον πόνο,οι δρόμοι είχαν χιόνι και μην νομίζετε ότι έτρεχε, κάθε άλλο ,χώρια που κοντέψαμε να πάμε από κάτω σε κάποιο σημείο που είχε πάγο.
Φτάσαμε στη Λαμία κάναμε ακτινογραφία και ευτυχώς ήταν μόνο στούμπισμα ,το βράδυ μείναμε στη κουμπάρα μου και την άλλη μέρα γυρίσαμε στο χωριό, με είχε φάει και η αγωνία για τα παιδιά πρώτη φορά τα άφηνα πίσω μου, γιατρός μου έδωσε μια αλοιφή (συχαίνομαι τις αλοιφές) και την έβαζα εκεί που κτύπησα μου έβαζεκαι κάτι ενέσεις ο αγροτικός γιατρός οι οποίες πονούσαν πολύ και έπρεπε να καθίσω αμέσως γιατί ζαλιζόμουν , ήταν παρενέργεια της ένεσης ,για αρκετές μέρες δεν μπορούσα να κουνηθώ από τον πόνο, αλλά το ξεπέρασα.
Ήταν ο τελευταίος χειμώνας στο χωριό αυτό. Το καλοκαίρι φύγαμε από το χωριό και ήρθαμε εδώ που μένουμε τώρα ,Όχι δεν έχω καλές σχέσεις με τα βουνά ούτε με τα χιόνια μακριά και αγαπημένα .Υπάρχει μεγάλη διαφορά να ζεις σε μια πόλη και να έχει χιόνια και είναι πολύ διαφορετικά να ζεις σε ένα χωριό ψηλά στα βουνά μακριά από γιατρούς και νοσοκομεία.
Εκ ει που κτύπησα όταν κάνει κρύο ή κουραστώ με συγκεκριμένες κινήσεις ακόμα πονάω.
Αυτό το χωριό ήθελε κάτι να μου πει ,ίσως εγώ να μην το κατάλαβα ,έτσι μούδωσε αυτό να καταλάβω.