Κυριακή 19 Ιουλίου 2009

Το να είσαι απροστάτευτος


Πριν λίγο καιρό μια δεκαοκτούρα γέννησε δυο αυγά στη γλάστρα της γειτόνισσας μου και συναδεύλφισσας μου. Δυστυχώς τότε δεν είχα τη φωτογραφική μου και έτσι δεν μπόρεσα να τα φωτογραφίσω ,ούτε και την εξέλιξη τους που καθόταν η μάνα και τα προστάτευε. Σήμερα που πήγα να ποτίσω τα λουλούδια γιατί οι γείτονες πήγαν διακοπές τα πέτυχα μόνα ,έχουν μεγαλώσει αρκετά αλλά ακόμα δεν έχουν βγάλει φτερά,κάτι τριχούλες πετάνε μόνο.
Τυχερά είναι ακόμα κάτω από τη προστασία της μάνας τους,σε λίγες μέρες θα έχουν τα δικά τους φτερά και θα πάρουν το δρόμο για να βρουν το ταίρι τους όπως κάνουν και οι άνθρωποι.
Σήμερα όμως όπως ήταν και τα δυο απροστάτευτα και κουρνιασμένα το ένα δίπλα στο άλλο μου θύμισαν την αυριανή μέρα όπου έγινε η εισβολή και δεν μπορούσε κανείς να μας προστατεύσει.

Τετάρτη 15 Ιουλίου 2009

Τι τους έκανες?


Σήκω πάνω ,όρθωσε το πληγωμένο σου κορμί και πες μας ,τι τους έκανες και σε βιάσανε και σ'έκοψαν στα δυό? Πρώτα τα παιδιά σου και ύστερα οι εχθροί?


Σάββατο 11 Ιουλίου 2009

Επέτειος ή μνημόσυνο?

Συνήθως έχουμε επέτειο γάμου, επέτειο γνωριμίας ,επέτειο ανεξαρτησίας από κάποιους κατακτητές όπως είναι η επέτειος του ΌΧΙ στην Ελλάδα ,η επέτειος του 1821 .
Εμείς στη Κύπρο έχουμε επέτειο του πραξικοπήματος στις 15 Ιουλίου και επέτειο της εισβολής στις 20 Ιουλίου.
Πολλοί θα πείτε έχουμε και την επέτειο της ανεξαρτησίας από τους Εγγλέζους, ναι έχουμε και αυτή.
Η επέτειος του πραξικοπήματος δεν ξέρω πως θα περάσει στον πολύ κόσμο , αλλά σίγουρα αυτοί που χάσανε τους αγαπημένους τους αυτή η μέρα θα είναι μαύρη και σκοτεινή
Την επέτειο για την εισβολή ίσως να γίνουν κάποιες κινητοποιήσεις δεν ξέρω και πάλι αυτή η μέρα θα είναι μαύρη και σκοτεινή γι' αυτούς που χάσανε τους αγαπημένους τους .
Οι πρόσφυγες θα ξανακαταραστούν τους υπαίτιους (συνήθως τους πραξικοπηματίες) θα καταραστούν τους ( βρωμότουρκους) και όταν περάσει η μέρα θα περιμένουν τη λύση (όχι όλοι ,μερικοί ίσως να θέλουν τα πράγματα ως έχουν)
Εντωμεταξύ οι Τούρκοι και Τ/Κ θα έχουν τη δική τους επέτειο θα παρελάσουν θα στρίβουν τα μουστάκια τους που κατάφεραν να σκλαβώσουν τη μικρή μισή Κύπρο,την στιγμή που ο δικός τους διαπραγματευτής προσπαθεί μαζί με το δικό μας να βρούνε μια λύση για να συμβιώσουμε όλοι μαζί,τώρα πως οι μισοί θα κλαίνε και οι μισοί θα γελάνε σ' αυτή την επέτειο και συγχρόνως θα αγκαλιαστούμε και θα γίνουμε ένα ,αδελφωμένοι και καλοί γείτονες δεν ξέρω .ΜΑΚΆΡΙ.
Τελικά διερωτώμαι η πρόσφυγας έχουμε επέτειοή  μνημόσυνο?

Πέμπτη 2 Ιουλίου 2009

Με το βλέμμα στη θάλασσα 3

Τελευταίο
Με ανάμικτα αισθήματα η Λένα άφηνε τους γονείς της ακολουθώντας την καρδιά της ,μετά που τους ανακοίνωσε ότι είναι έγκυος και θα πάει μαζί με το Δημήτρη να ζήσει οι γονείς της προκειμένου να τη χάσουν τελείως υποχώρησαν και αποφάσισαν να την αφήσουν να ζήση όπως αυτή ήθελε ,τώρα υπήρχε και ένα παιδί ,δεν μπορούσαν να σταθούν αυτοί εμπόδιο.
Η έκπληξη και η χαρά της Λένας ήταν μεγάλη όταν φτάνοντας στο πέτρινο σπίτι ανακάλυψε ότι ο αγαπημένος της το είχε ανακαινίσει και επίσης είχε φτιάξει έναν υπέροχο κήπο με κιόσκι,εκείνο βέβαια που ήταν ασυναγώνιστο ήταν η θέα ,μπροστά από το σπίτι βρισκόταν η καταγάλανη θάλασσα και έτσι όπως ήταν κτισμένο αμφιθεατρικά το σπίτι, έβλεπε η ματιά σου μέχρι εκεί που έφτανε θάλασσα.
Το βράδυ που θα είναι ξεκούραστος και θα καθίσουμε στη βεράντα θα του πω και για το παιδί σκεφτόταν όλο χαρά η Λένα,εκείνο που τη στεναχώρησε ήταν που κανένας δικός του Δημήτρη δεν ήλθε να τους καλωσορίσει ,η αλήθεια είναι ότι δεν γνώρισε ποτέ τους δικούς του ,μόνο μια φορά σε κάποια καφετέρια τότε που ήλθε διακοπές με τους γονείς της, τους πλησίασε ένας νέος και κάτι είπε στο Δημήτρη παράμερα και μετά ήλθαν και οι δυο στη παρέα τους και της τον σύστησε για αδελφό του ,ο οποίος είπε ένα χαίρω πολύ ευγενικά μεν αλλά ψυχρά.
Όταν πια τακτοποίησε τα ρούχα της στη ντουλάπα ετοίμασε κάτι πρόχειρο το έβαλε στο δίσκο και πήγε στη βεράντα όπου την περίμενε ο Δημήτρης ,κάθισε δίπλα του και αφού φάγανε αυτός άναψε ένα τσιγάρο.
Τότε παίρνοντας το χέρι του στα δικά της του είπε να την κοιτάξει στα μάτια γιατί είχε κάτι πολύ σοβαρό να του πει,αυτός γέλασε και της είπε πως κάνει σαν κάτι γκόμενες στα έργα που μετά από αυτό ξεφουρνίζουν μια εγκυμοσύνη, η Λένα ακούγοντας τον να μιλά τόσο κυνικά χλόμιασε και άφησε το χέρι του ,τότε αυτός την άρπαξε από τους ώμους και τη ταρακούνησε ,πες μου ότι δεν είσαι έγκυος πες μου .
Η Λένα βουβάθηκε της ερχόταν λιποθυμία δεν περίμενε τέτοια αντίδραση,τον άκουσε να λέει ότι εγώ δεν θέλω παιδιά εγώ μόνο εσένα και μένα θέλω μέσα σ' αυτό το σπίτι, πως μπόρεσες να μου το κάνεις αυτό? τα λόγια του χάθηκα από τα αυτιά της,
όταν άνοιξε τα μάτια της βρισκόταν στο κρεβάτι και ο Δημήτρης προσπαθούσε να τη συνεφέρει βάζοντας της νερό στο πρόσωπο και τρίβοντας της τα χέρια.

Με συγχωρείς με συγχωρείς αγάπη μου αν σου έβαλα τις φωνές, της έλεγε και θα ορκιζόταν πως είδε τα μάτια του βουρκωμένα αν δεν τον άκουγε στη συνέχεια να της λέει ,δεν πειράζει αγάπη μου σήμερα όλα γίνονται θα κάνεις μια έκτρωση και θα μείνουμε εγώ και εσύ ,κοιμίσου τώρα και αύριο θα το τακτοποιήσουμε,η Λένα δεν απάντησε γύρισε το κεφάλι από την άλλη και άφησε τα δάκρυα να κυλάνε.
Την άλλη μέρα το πρωί του είπε ότι δεν πρόκειται να κάνει έκτρωση και αν αυτός δεν θέλει παιδιά καλύτερα θα ήταν να χωρίσουν τώρα ,το πρώτο χαστούκι ήλθε μαζί με μια βρισιά ,κάνε ότι θες της φώναξες εσύ δεν θα πας πουθενά και αφού το θες τόσο πολύ κράτησε το εσύ θα έχεις την ευθύνη για ότι συμβεί.
Η Λένα εκείνη τη μέρα έκλαψε πολύ ,τον αγαπούσε και δεν μπορούσε να καταλάβει την απότομη αλλαγή του από τη στιγμή που του μίλησε για το παιδί. Οι μέρες κυλούσαν και όταν του μίλησε για τον γάμο που έλεγαν, της είπε καλύτερα να κάνουν πολιτικό με τους γονείς μόνο τους δικούς της και τους δικούς του ,ευκαιρία να τους γνωρίσει κιόλας. Στην ερώτηση της γιατί να μην καλέσουν και τους φίλους του που είχε γνωρίσει το καλοκαίρι αυτός μουρμούρισε κάτι για δουλειές ,σπουδές που είχαν και δεν θα μπορούσαν.
Έτσι μια Κυριακή μαζεύτηκα οι γονεί της οι γονείς του και ο αδελφός του στο Δημαρχείο για να γίνει ο γάμος,οι γονείς της αν και προσπαθούσαν να το κρύψουν είχαν στεναχωρηθεί πολύ ,είχαν άλλα όνειρα για το μοναχοπαίδι τους,οι γονείς του Δημήτρη δυο γλυκύτατοι άνθρωποι την αγκάλιασαν με αγάπη το ίδιο και ο αδελφός του ,μόνο που δεν φαίνονταν ευτυχισμένοι όπως είναι όλοι οι γονείς που παντρεύουν τα παιδιά τους.
Πέρασαν τρεις μήνες από τη μέρα που ήλθαν σ' αυτό το σπίτι και η Λένα ήταν ήδη στον πέμπτο μήνα και πολύ μόνη κανένας δεν ερχόταν στο σπίτι τους δυο φορές μόνο ήλθαν οι γονείς του Δημήτρη και η Λένα πρόσεξε πως όταν αυτή έφευγε από κοντά τους για να φέρει κάτι να τους κεράσει ενώ όλα έδειχναν μια χαρά μόλις επέστρεφε οι γονείς του ετοιμάζονταν να φύγουν ,ο δεν Δημήτρης δεν πήγαινε πουθενά μαζί της ,αρνιόταν να την πάει μια βόλτα το απογευματάκι και την έβαλε να του υποσχεθεί ,ότι άμα αυτός λείπει στη δουλειά αυτή δεν θα γυρνάει γιατί αυτός ανησυχεί.
Η Λένα ήταν δυστυχισμένη ο Δημήτρης εκεί που ήταν όλο γλύκες ξαφνικά κοιτούσε τη κοιλιά της όλο μίσος και δεν ήταν λίγες οι φορές που της είπε πως ήταν λάθος να κάνουν παιδί και μια μέρα αυτή θα το μετανοιώσει,πολλές φορές η Λένα καθόταν στη βεράντα με το βλέμμα στη θάλασσα αυτό μόνο την ηρεμούσε ,εκείνη τη μέρα κατέβηκε στο υπόγειο ,κάτι που της απαγόρευσε ο Δημήτρης να κάνει ,κατέβηκε προσεκτικά τη πέτρινη σκάλα και της έκανε εντύπωση το πόσο τακτοποιημένο ήταν λες και κάποιος το καθάριζε συχνά ,βέβαια τα βράδια άκουγε τον άνδρα της που κατέβαινε αλλά νόμιζε ότι κάτι θα μαστόρευε.
Προσεκτικά η Λένα άρχισε να ανοίγει διάφορα κουτιά όπου έβρισκε εργαλεία ,βρήκε και μερικές εγκυκλοπαίδειες και απόρησε που δεν τις είχαν πάνω ,έτσι θα διάβαζε κιόλας,άρχισε να βαριέται όταν είδε ένα παλιό γραφείο πήγε κάθισε στη καρέκλα που υπήρχε και άνοιξε το πρώτο συρτάρι εκεί βρήκε ένα κουτί ασπιρίνες και καθώς ετοιμαζόταν να το κλείσει κύλησε ένα μπουκαλάκι και το πήρε στα χέρια της ,μα αυτά είναι χάπια για σχιζοφρένεια ,ίσως είναι παλιά ,ξεχασμένα από άλλους που έμεναν εδώ ,κοίταξε την ημερομηνία και τρόμαξε ,τα χάπια έληγαν σε ένα χρόνο τράβηξε το συρτάρι και τότε είδε άλλα δυο κουτιά καθώς και άλλα για κατάθλιψη .
Η Λένα έφερε το χέρι στη κοιλιά δεν μπορεί δεν είναι δυνατόν με τρεμάμενα χέρια άνοιξε και το δεύτερο συρτάρι εκεί βρήκε χαρτιά, ιατρικά χαρτιά και συνταγές με το όνομα του Δημήτρη πάνω, η ίδια παρακολούθησε ένα χρόνο ιατρική είχε διαβάσει είχε συζητήσει πολλές φορές με τον πατέρα της γι' αυτές τις ασθένειες. Έτρεξε σαν τρελή πάνω έριξε νερό στο πρόσωπο της και πήρε το γυναικολόγο τηλέφωνο τον ρώτησε τι επιπτώσεις θα έχει στο έμβρυο αν ο πατέρας έπαιρνε αυτά τα χάπια καθημερινά ,τώρα ήταν σίγουρη ο Δημήτρης έπαιρνε κάθε μέρα αυτά τα βαριά μορφής χάπια .
Η πόρτα της κρεβατοκάμαρας άνοιξε απότομα και μπήκε μέσα ένας Δημήτρης εντελώς αγνώριστος με τις γροθιές σηκωμένες, θα με σκοτώσει σκέφτηκε η Λένα θεέ μου θα με σκοτώσει,σου είχα πει να μην πατήσεις ποτέ το πόδι σου στο υπόγειο ,μα δεν πήγα απάντησε η Λένα και απορώντας από που το κατάλαβε, αφού τώρα μπήκε μέσα .Την άρπαξε και τη έσυρε στο σαλόνι, σχεδόν την πέταξε πάνω στον καναπέ, η Λένα ένιωσε τον πρώτο πόνο στη κοιλιά ,αυτός της έβαλε μπροστά στα μάτια ένα ντι βι ντι και μετά το έβαλε να παίξει, η Λένα του είπε ότι πονάει πολύ ,αλλά αυτός την άρπαξε από τα μαλλιά και την έβαλε να κοιτά την τηλεόραση και τότε μέσα στα δάκρυα και τη θολούρα που ένιωθε είδε τον εαυτό της να κατεβαίνει στο υπόγειο και μετά να ανεβαίνει ,να πηγαίνει να ρίχνει νερό στο πρόσωπο της και όλες τις κινήσεις που έκανε μέσα στο σπίτι.
Σε παρακαλώ πονάω του έλεγε πήγαινε με στο γιατρό ,ο Δημήτρης είχε χάσει κάθε έλεγχο άρχισε να γελάει δυνατά άγρια, έτρεξε και έκλεισε όλες τις πόρτες και τα παράθυρα ,η Λένα δεν μπορούσε πια να κουνηθεί από τους πόνους ,προσπάθησε να πάρει το τηλέφωνο που ήταν δίπλα στο τραπεζάκι αλλά της το άρπαξε και το πέταξε απέναντι στο τοίχο.
Της μύρισε βενζίνη της ερχόταν εμετός ένιωθε να χάνετε, το αίμα κυλούσε ανάμεσα στα πόδια της και μια ζέστη αφόρητη ερχόταν καταπάνω της και το γέλιο του Δημήτρη έγινε λυγμός κατηγορώνταςτην πως αυτή φταίει για όλα και τώρα πρέπει να πληρώσει.
Ξύπνησε σε ένα δωμάτιο και είδε κάποια θολή φιγούρα να της μιλά ,Λένα Λένα άνοιξε τα μάτια σου εγώ είμαι ο Στέφανος ,η Λένα ξανάκλεισε τα μάτια και μετά όταν τα ξανάνοιξε το πέπλο που τα σκέπαζε έφυγε ,είδε τη μητέρα της και το Στέφανο να την κοιτάνε όλο αγωνία ,που είμαι?τι έγινε ? Ησύχασε κορίτσι μου θα γίνεις καλά όλα θα γίνουν καλά ,η Λένα έφερε το ένα χέρι στη κοιλιά και έβγαλε μια πνιχτή φωνή ,σιγά σιγά άρχισε να θυμάται ο Δημήτρης? Αργότερα Λένα αργότερα θα τα πούμε όλα, η νοσοκόμα που μπήκε εκείνη τη στιγμή στο θάλαμο της έβαλε μια ένεση και η Λένα ξανακοιμήθηκε.Η Λένα χτένισε τα μακρυά καστανά μαλλιά της και πήγε στη κουζίνα , μητέρα της τη κοίταξε και τη καλημέρισε ,η Λένα της έδωσε ένα φιλί στο μάγουλο και μετά αγκάλιασε τον πατέρα της που εκείνη τη στιγμή κοιτούσε ένα ιατρικό περιοδικό του το πήρε από τα χέρια και το έβαλε στη τσάντα της .Είχε περάσει ενάμιση χρόνος από το συμβάν η Λένα άλλαξε πρόσωπο ,η πυρκαγιά της είχε κάνει σοβαρά εγκαύματα αν δεν έβλεπε τη φωτιά ένας βαρκάρης και να ειδοποιήσει αλλά και να τρέξει και ο ίδιος με κίνδυνο τη ζωή του η Λένα θα ήταν νεκρή όπως και ο Δημήτρης και το παιδί της.
Ο Στέφανος τη πήγε στην Αμερική και μετά από πολλές επεμβάσεις η Λένα έγινε καλά, το μόνο που μπορούσες να την αναγνωρίσεις αν την ήξερες από πριν ήταν τα όμορφα της μάτια και τα υπέροχα μαλλιά που δεν πρόλαβαν να καούν όλα.
Η Λένα τέλειωσε την ιατρική και ο Στέφανος είχε γυρίσει στην Ελλάδα όπου και άνοιξε δική του κλινική, τα χρόνια πέρασαν αλλά η Λένα δεν έλεγε να ενδώσει στον έρωτα του. Και τώρα που κατάλαβε ότι πραγματικά τον αγαπά και θέλει να ζήσει μαζί του σαν γυναίκα του θέλησε να έλθει εδώ να κλείσει για πάντα τις πληγές που την βασάνιζαν κάθε βράδυ να απαλλαγεί από την τρέλα του Δημήτρη και τις ενοχές που δεν μπόρεσε να καταλάβει τη ψυχολογία του από την αρχή,να θρηνήσει το αγέννητο παιδί της,να πετάξει μια και καλή το παρελθόν και να μπορέσει να κοιτάξει ξανά τη θάλασσα με βλέμμα γαλήνιο όπως τον πρώτο καιρό .


ΤΕΛΟΣ