Πέμπτη 31 Δεκεμβρίου 2009

Καλή χρονιά


ΚΑΛΗ ΧΡΟΝΙΑ ΣΕ ΟΛΟΥΣ.
Για ένα μήνα θα είμαι Κύπρο ,θα σας δω όταν γυρίσω.

Σάββατο 19 Δεκεμβρίου 2009

Καλές γιορτές


Αγαπημένοι συνμπλόγγερ σας εύχομαι Καλά Χριστούγεννα και ευτυχισμένος ο καινούριος χρόνος.
Λόγω φόρτου εργασίας δεν προλαβαίνω να γράψω καμιάν ιστορία ή καμιάν (λαφαζανιά) τούτην τη λέξη πρώτη φορά την γράφω και πρώτη φορά στη ζωή μου τη χρησιμοποιώ, εσείς μου τη μάθατε.

Τετάρτη 16 Δεκεμβρίου 2009

Λεμόνια



Κυριακή 13 Δεκεμβρίου 2009

Τα πρώτα χιόνια και λίγες γκρίνιες από μένα


Φέτος η χρονιά με πήγε (π...) όλο κάτι αναποδιές και πολύ κούραση σωματική και ψυχική ,θέλω να πιστεύω ότι η ψυχική κούραση άρχισε να (έτσι νομίζω ,μέχρι να το πιστέψω θα πάρει λίγο καιρό ακόμα).
Η σωματική κούραση θα συνεχιστεί ακόμα γιατί λόγω των γιορτών έπεσε πολύ δουλειά (ευτυχώς γιατί κακά τα ψέματα αν δεν είχαμε τώρα δουλειά που οι νοικοκυρές θέλουν να στολίσουν τα σπίτια τους ,πότε θα είχαμε;)
Τον Γενάρη θα πάρω την άδεια μου και θα καθίσω ένα μήνα στη Κύπρο και έτσι θα ξεκουραστώ και σωματικά.
Βέβαια με τη κρίση και με τόσο κόσμο άνεργο μου έρχεται και λίγο ντροπή να λέω ότι θα πάρω άδεια να ξεκουραστώ,αλλά δεν είναι μια και δυο οι μέρες που δουλεύω είναι από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου.
Σκέφτομαι πως άρχισα να δουλεύω από τότε που πρωτοείδα περίοδο που ακόμα το κορμί μου σχηματιζόταν,τα μαλλιά μου δεν είχαν άσπρες τρίχες ,ούτε τα χέρια μου καφέ λεκέδες ούτε και ρυτίδες, το βλέμμα πέταγε σπίθες και όταν σχολούσα από τη δουλειά η έννοια μου ήταν που θα πήγαινα το βράδυ.
Τώρα μετά από τόσα χρόνια η περίοδος σχεδόν με εγκαταλείπει, τα μαλλιά αν δεν τα βάψω θα είναι σχεδόν κάτασπρα ( αυτά θα τα κόψω τελείως τρία εκατοστά θα τα αφήσω ) τα χέρια πια το μόνο που με νοιάζει είναι να μην πονάνε και να μη μουδιάζουν και ας έχουν όσες πανάδες θέλουν. Το σώμα άρχισε να μην υπακούει και πονάνε τα κόκαλα (αυτή η μέση !κρίμα που δεν μπορώ να τη κόψω και αυτή χα χα χα)
Γενικά καλά είμαι, έπιασε και ο χειμώνας ,κάνει κρύο, τα χιόνια άρχισαν να καταλαμβάνουν τα γύρω βουνά , η φωτογραφία είναι σημερινή ,σε λίγο θα καθίσω να δω και τα ρόδα της οργής μου αρέσει αυτή η σειρά.


Παρασκευή 11 Δεκεμβρίου 2009

Ανέβηκα στη πιπεριά


Ανέβηκα στη πιπεριά να κόψω ένα πιπέρι
και η πιπεριά τσακίστηκε και μούσπασε το χέρι
δώσμου το μαντιλάκι σου το χρυσοκεντημένο
να δέσω το χεράκι μου που είναι ματωμένο

Υ.Γ. Μαντιλάκι θα βρείτε πιο κάτω .

Τρίτη 8 Δεκεμβρίου 2009

Τα μαντιλάκια



Σήμερα βρήκα σε ένα συρτάρι κάποια μαντιλάκια ξεχασμένα ,ειδικά το ένα με τα λιλά χρώματα πρέπει να είναι πάνω από τριάντα χρονών.
Θυμάμαι που παλιά πριν ακόμα βγουν τα χαρτομάντιλα χρησιμοποιούσαμε πολύ τα μαντιλάκια από μαλακό βαμβακερό ύφασμα ,άλλες φορές με κάποιο κέντημα και άλλες φορές με στάμπες από λουλουδάκια ,αυτά ήταν τα γυναικεία ,τα αντρικά ήταν πιο μεγάλα λευκά και καμιά φορά με κάποια διακριτική μπορντούρα γύρω γύρω άλλο χρώμα διακριτικό πάντα.
Όταν ήμουν μικρή είχα πολλά μαντιλάκια πάντα είχα δυο μαζί μου ένα για τη μύτη και ένα καθαρό για να σκουπίζω τα χέρια μου,τώρα έχουμε τα χαρτομάντιλα που γεμίζει ο τόπος σκουπίδια από τη μια χρήση τους αν και έχουμε βολευτεί.
Τα υφασμάτινα θέλανε πλύσιμο τα χάρτινα τα πετάς και ξεμπερδεύεις.
Τα υφασμάτινα συμφέρουν, τα χάρτινα πρέπει να αγοράζεις συνέχεια .
Τ α υφασμάτινα έχουν μια γοητεία μια κομψότητα αλλά και πάλι άντε να φυσήξεις τη μύτη σου μέσα και μετά να το βάλεις στη τσάντα σου ή στη τσέπη σου,ενώ το χαρτομάντιλο το πετάς και ξεγνοιάζεις .
Παλιά που δεν είχαμε πλυντήριο (πριν από σαράντα χρόνια τα υφασμάτινα μαντιλάκια τα πλέναμε στο χέρι,άντε να ξεκολλήσεις τις μύξες,τώρα θα μπορούσαμε να τα βάζουμε στο πλυντήριο αλλά και πάλι πρέπει να τις κουβαλάς μαζί σου μέχρι να το καθαρίσεις
Τελικά θα βάλω ένα μέσα στη τσάντα μου έτσι για ομορφιά μόνο, μάλιστα θα βάλω αυτό το πολύ παλιό.
Θυμήθηκα και κάτι άλλο αν είχα μισό σελίνι (θυμάστε το μισούι; οι παλιοί;) το έδενα στη μια άκρη από το μαντιλάκι.

Κυριακή 6 Δεκεμβρίου 2009

Εκθεση μελισσοκομίας.


Αυτές τις 2-3 μέρες πήγαμε στην Αθήνα ,στα παιδιά μας και επί τη ευκαιρία (θυμάστε παλιά που στέλναμε κάρτες και γράφαμε επί τη ευκαιρία των εορτών κ.τ.λ......),δεν έχει καμιά σχέση τούτο με αυτό που θα γράψω.Συγκεντρωθείτε !.
Όπως έλεγα και πριν βρήκαμε την ευκαιρία ,μια και γινόταν έκθεση μελισσοκομίας στον ΟΛΠ Πειραιά και καθότι μελισσοκόμος ,ναι είμαι και μελισσοκόμος ,υπάρχει κανένα πρόβλημα; πολυτεχνίτης και ερημοσπίτης ένα πράγμα.
Έβαλα μπαταρίες στη φωτομηχανή που λέτε ,νόμιζα ότι θα δω κάτι που θα μου έκανε μεγάλη εντύπωση(η αλήθεια είναι ότι είδα ,αν και ήταν νύκτα ,τα μεγάλα καράβια,στον Πειραιά μια -δυο φορές έχω πάει πριν τριάντα τόσα χρόνια).Γράφω τι μου άρεσε!!.
Εντάξει θα γράψω και λίγο για την έκθεση, μπήκαμε στη έκθεση μας έδωσαν και ένα χαρτί γράψαμε και το όνομα μας(αν θέλαμε το συμπληρώναμε(εγώ πιο πολύ το συμπλήρωσα λόγω του ότι ήταν δίπλα το λιμάνι,μήπως κερδίσω κανένα καράβι ή καμιά κρουαζιέρα,άσχετο ξεάσχετο ,ποτέ δεν ξέρεις)
Προχωρούσαμε που λέτε εγώ, ο σύζυγος και ο γιος μας και κοιτούσαμε ,ο σύζυγος μίλησε με μερικούς που γνώριζε λόγω που έχουμε αγοράσει διάφορα μηχανήματα και άλλα υλικά για τις μέλισσες .
Εκεί που προχωρούσα λίγο πιο μπροστά ,γιατί όταν στεκόμουν πολύ πονούσε η μέση μου,έτσι πηγαινοέρχομαι λίγο για να μη πονάω,ακούω κάποιον να λέει εγιόρταζες α; θέλω τζιέρασμα και το λέει ξανά,ακριβώς μπροστά μου,ω λέω πέσαμε σε Κυπραίους, οπότε τι κάνω νομίζετε;δεν έχω το θεό μου μερικές φορές γυρίζω και τους λέω ,στους ξένους ανθρώπους τώρα ,θέλω τζιαι γιω τζιέρασμα γυρνάνε και με κοιτάνε ,ο ένας κάτι πουλούσε στην έκθεση,γούρλωσε τα μάτια του,εγώ άρχισα να το διασκεδάζω, θέλω τζιαι γιω τζιέρασμα ξαναλέω και τους χαρίζω ένα μεγάλο χαμόγελο,αφού με κοίταξαν και τους πήρε λίγο να αντιδράσουν, είσαι κυπραία!! (κερδίζεις ένα μίξερ) ναι λέω είμαι κυπραία.
Μου λέει Κυπραίος πωλητής. ήλθατε για την έκθεση; ναι λέω είμαστε μελισσοκόμοι και έδειξα προς τη μεριά του συζύγου μου και του γιου μου που μιλούσαν με κάποιον.
Αυτό μόνο ,υπήρξε κάποια αμηχανία από αυτούς, τους κυπραίους εννοώ ,εγώ ρώτησα αυτόν που ήταν επισκέπτης από που είναι (ένα περίεργο πράμα όλοι οι κυπραίοι είναι από Λευκωσία ή Λεμεσό,αυτός ήταν Λευκωσιάτης, τελικά μόνο εγώ είμαι από χωριό της Μόρφου;) .
Δεν μπήκανε καν στο κόπο να με ρωτήσουν από που είμαι και έτσι έκανα λίγα βήματα πιο πέρα και τους άφησα να κουβεντιάζουν.Όμως ο πωλητής που πιθανόν η επιχείρηση να ήταν δική του θα μπορούσε να μου πει να περιμένω να τελειώσει τη κουβέντα του που δεν κράτησε πάνω από 4-5 λεπτά και να μιλήσουμε για το τι πουλούσε και αν μας έκανε κάτι ,όμως όχι,έτσι και εγώ δεν μπήκα στο κόπο να δω τι ακριβώς πουλούσε.
Μόλις τέλειωσε ο σύζυγος μου δεν του είπα τίποτα για τον κυπραίο που κάτι πουλούσε,αν του το έλεγα θα πήγαινε θα έπαιρνε και κάρτα και αν κάτι είχε που μας έκανε θα τον προτιμούσαμε,αλλά .....
Καλή ήταν η έκθεση όμως για μας όλα ήταν γνωστά πράγματα δεν είδαμε κάτι που δεν γνωρίζαμε ,γι' αυτούς που δεν ασχολούνται είναι μια εμπειρία.
Φωτογραφίες δεν έβγαλα θα σας βάλω από τα δικά μου μέλια. Τα χαρτιά που συμπληρώσαμε ήταν καθαρά στατιστική.

Κυριακή 29 Νοεμβρίου 2009

Η σκιά σου.

Μαζεύονται κάποια στιγμή στη ζωή μας τόσα πολλά και άσχημα που αρχίζεις να πιστεύεις ότι μόνο αυτά υπάρχουν στη ζωή.
Περπατάς στο δρόμο και νομίζεις πως μόνο τα βήματα σου ακούγονται και ότι εσύ έχεις εξαϋλωθεί .Έχεις κάνει σχέδια που στο τέλος τα βρίσκεις ανούσια και τα εγκαταλείπεις και προχωράς με αυτά εγκαταλελειμμένα μέσα σου, τα σβήνεις όπως σβήνεις τη φωτιά ,αλλά τις στάχτες τις κρατάς ίσως για να σου θυμίζουν ότι μπορείς και καλύτερα.
Δεν ξέρω γιατί στη ζωή μας μερικές φορές έρχονται όλα μαζεμένα, άσχετο το ένα με το άλλο, μερικά σε κάνουν να λες (άλλο και τούτο να γελάσω ή να κλάψω;) απλά το αφήνεις όπως αφήνεις τη σκόνη πάνω σε παλιά έπιπλα μέσα σε μια ξεχασμένη αποθήκη.
Και προχωράς διστακτικά και εύχεσαι να μην συναντήσεις τίποτα !!Ούτε καλό, ούτε κακό, το μόνο που θέλεις είναι να βάλεις τάξη σ' αυτά που έχεις δεν αντέχεις κάτι άλλο διαφορετικό απλά θέλεις να βρεις τη σκιά σου . Να βλέπεις τη σκιά σου και να ξέρεις ότι ακόμα είσαι εδώ

Τρίτη 17 Νοεμβρίου 2009

Τα πρωτάκια

Είχα να πάω μια βδομάδα στο σχολείο ,έδωσα στον εαυτό μου μια διορία για το αν θα συνέχιζα ή αν θα το σταματούσα τελείως και ο λόγος ήταν κάποιες καταστάσεις που πέρασα τον τελευταίο καιρό.
Άλλο χρόνο δεν μπορούσα να δώσω ή τώρα ή ποτέ ,αν καθόμουν ακόμα λίγο θα έχανα μαθήματα και στην ηλικία μου (Τι ποια ηλικία; κάτι απορίες που έχετε !!!)άντε να τρέχεις να τα προλάβεις όλα. Αποφάσισα λοιπόν να συνεχίσω , ήμουν και λίγο τυχερή γιατί έλειπαν και οι υπόλοιποι της τάξης και έτσι δεν προχώρησαν και πολύ.
Χθες 16 Νοεμβρίου κάναμε τη γιορτή για το πολυτεχνείο, αλλά επειδή η πρώτη Λυκείου είχαμε τις (κοπάνες) δεν πήραμε μέρος, δηλαδή να πούμε ποιήματα και να είμαστε στη (χορωδία) δεν μπόρεσε η καθηγήτρια να μας ετοιμάσει επειδή δεν κάναμε πρόβες (όχι νυφικού,σε αυτό δεν χρειάστηκε μπήκαμε κατευθείαν μέσα) , αλλά για τη γιορτή, έτσι είμαστε θεατές και επειδή είμαστε και τα καλύτερα παιδιά (να λείπουν τα σχόλια επί τούτου) καθίσαμε στα τελευταία έδρανα του αμφιθεάτρου , γαλαρία ,και βλέπαμε (αφ'υψηλού χιχιχι) .
Χεροκροτήσαμε πολύ θερμά τις συμμαθήτριες μας ( εμείς θα τα λέγαμε καλύτερα τα ποιήματα ,το έχουμε αποδείξει εξάλλου άλλες φορές ) τραγουδήσαμε μαζί τους και όταν είπανε το ένα το χελιδόνι κρατούσαμε το ρυθμό με παλαμάκια τέσσερα άτομα και χωρίς να είμαστε στο πρόγραμμα κλέψαμε τη παράσταση και στο τέλος χειροκρότησαν εμάς.
Να μας δω σε λίγες μέρες που θα αρχίσουν τα διαγωνίσματα τι μούντζες εεε εννοώ τι μπράβο θα πάρουμε.

Σάββατο 14 Νοεμβρίου 2009

Από τη Πόλη έρχομαι και στη κορφή κανέλλα.

Είχα πάει στο κεντρικό κατάστημα που δουλεύω για να πάρω μια παραγγελία ,μπήκα πήρα τη παραγγελία και βγαίνοντας της πόρτας να πάω δίπλα στη βιοτεχνία ακούω τον εργοδότη μου να μου λέει το εξής, οι κυρίες είναι πατριώτισσες ( εννοεί συμπατριώτισσες),έκανα ένα βήμα πίσω έβαλα το κεφάλι μέσα στη πόρτα και είδα δυο γυναίκες να κοιτάνε κάποια τραπεζομάντιλα στα ράφια.
Τον ρωτάω εγώ από ποιο μέρος της Κύπρου; και κάνω να μπω μέσα να τους μιλήσω, από τη Τουρκία μου λέει ,άρα λέω εγώ δικές σου πατριώτισσες είναι( η μάνα του και ο πατέρας του είναι από τη Πόλη) και φεύγω.

Μετά από κανένα πεντάλεπτο ξαναπάω δίπλα να παραδώσω τη παραγγελία σε άλλη πελάτισσα, οι (συμπατριώτισσες και καλά) ήταν στο ταμείο και πληρώνανε αυτά που αγόρασαν ,οι ηλικίες τους ήταν γύρω στα εβδομήντα όπως και του εργοδότη μου.

Εννοείτε ότι μιλούσαν αγγλικά , αυτές δεν ήξεραν ελληνικά όπως και εγώ δεν καταλάβαινα ακριβώς τι έλεγαν ,λέω στον μάστρο πες τους από που είμαι ,απάντηση, άσε μωρέ τις γυναικούλες, μα επιμένω εγώ ,πες τους γιατί δεν τους λες; να με έχουν πιάσει και τα γέλια γιατί ήξερα ότι δεν θα τους το έλεγε.
Συνήθως λέει στους πελάτες όταν παίρνω καμιά παραγγελία για το πως θέλουν να τους φτιάξω τα σαλόνια τους το εξής ,η κοπέλα είναι από τη Κύπρο και εγώ είμαι αναγκασμένη να ακούω τη κάθε μ.... που θα πει ο καθένας και εδώ που τα λέμε χέστηκε ο καθένας από που είμαι εγώ!!πήγα στη βιοτεχνία και είπα στις άλλες γυναίκες την όλη φάση και γελούσαμε .Τσουπ σε λίγο ήλθε και έκανε τον αχάπαρο ,εγώ τώρα τρωγόμουν ,ε έπρεπε κάτι να πω για όλη τη φάση, αρχίζει αυτός, οι κυρίες ήταν από την Άγκυρα ,ωραία ,λέω και γιατί σε αυτές δεν είπατε από που είμαι; ή μήπως δεν θέλατε να τις φέρετε σε δύσκολη θέση επειδή ήταν πελάτισσες; Ελα τώρα καημένη!!! Ε πως΄!!! σε όλους τους άλλους λέτε η κοπέλα είναι από τη Κύπρο , αυτές γιατί να μην μάθουν από που είμαι;.Απάντηση δεν πήρα!!Ενιωσα ότι με πούλησε εκείνη την ώρα!!
.
Πάντως συμπατριώτισσες μου δεν ήταν, αλλά αν ήξερα αγγλικά θα τις έπιανα κουβέντα και θα τους έλεγα από που είμαι ,τι θα κέρδιζα; Μπορεί να λύναμε το κυπριακό!!!.

Δευτέρα 9 Νοεμβρίου 2009

Η βροχή πάντα θα σε ακολουθεί

Μέρος δεύτερο και τελευταίο.

Η καρδιά της Φωτεινής κτυπούσε σαν τρελή, γύρισε και κοίταξε τον Γιώργο με λαχτάρα στα μάτια για να ακούσει αυτό που περίμενε τόσο καιρό και μόλις τώρα διαπίστωνε πόσο!
Έλεγα ,άρχισε ο νέος ,να πάμε αύριο για ένα ποτό μόνο εμείς οι δυο,σχεδόν δεν πρόλαβε να τελειώσει τη φράση του και το ναι βγήκε από το στόμα της Φωτεινής αβίαστο.
Στο Πέτρο το είπε μετά από λίγες μέρες ότι όλα τελείωσαν μεταξύ τους και ότι δεν είχαν και κάτι το ιδιαίτερο απλά έκαναν λίγη παρέα παραπάνω από ότι δυο φίλοι, η Φωτεινή ήταν άδικη απέναντι του ,προσπάθησε να παρουσιάσει τη σχέση τους σαν κάτι ουδέτερο που δεν είχε σχέση με τον έρωτα.
Έτσι από εκείνη τη μέρα που ξεκαθάρισε τη σχέση της με τον Πέτρο άρχισε να βγαίνει με τον Γιώργο χωρίς να έχει τύψεις ή ενοχές ,δεν ήταν λίγες οι φορές που όταν έμπαινε στη καφετέρια με τον Γιώργο για να συναντήσουν τα άλλα παιδιά ο Πέτρος έβρισκε μια δικαιολογία και έφευγε .
Πέρασε ο Χειμώνας με τη Φωτεινή και τον Γιώργο να είναι τρελά ερωτευμένοι και το μόνο που την ενοχλούσε ήταν που ο Γιώργος απέφευγε να μιλήσει για τις άλλες σχέσεις του,ούτε μια φορά δεν ανέφερε κάποια κοπέλα όσο και να τον παρότρυνε η Φωτεινή,από την άλλη η θεία του Γιώργου φαινόταν ενθουσιασμένη από αυτή τη σχέση, γιατί ήξερε την οικογένεια του κοριτσιού μια και ήταν φίλες με τη μητέρα της Φωτεινής .
Ο Τάκης πάλι ο ξάδελφος του Γιώργου ήταν επιφυλακτικός ,παρόλο που αγαπούσε και τον ξάδελφο του μα και τη Φωτεινή κάτι τον έκανε να λέει συχνά της Φωτεινής να μη βιάζεται με τον Γιώργο και να προσέχει αν έχουν ολοκληρώσει τις σχέσεις τους ,μην μείνει έγκυος γιατί ακόμη είναι μικρή και θέλει δυο χρόνια μέχρι να τελειώσει τη σχολή και θα ήταν κρίμα να αναγκαστεί να τα παρατήσει.
Όταν του είπε η Φωτεινή να μην ανησυχεί γιατί οι σχέση τους δεν είχε προχωρήσει γιατί ο Γιώργος δεν ήθελε, τον είδε σκεφτικό αλλά δεν έδωσε σημασία, του έκανε μια αστεία κίνηση και του είπε, εντάξει μεγάλε μου αδελφέ ότι πεις και έσκασε στα γέλια τρέχοντας να προλάβει τις φίλες της που πήγαιναν για ψώνια.
Το Καλοκαίρι είχε μπει για τα καλά και ο Γιώργος είχε γυρίσει στο πατρικό του και η Φωτεινή πήγε με τους γονείς της σε κάποιους γνωστούς της ,έτσι μόνο τηλεφωνικά μιλούσαν με τον Γιώργο που τις περισσότερες φορές αυτή έπαιρνε τηλέφωνο και του παραπονιόταν ότι αυτός δεν της τηλεφωνούσε .
Έτσι πέρασε το καλοκαίρι και το Φθινόπωρο τους Βρήκε όλους μαζεμένους στη γνωστή καφετέρια εκτός από το Γιώργο που είχε κάποιες δουλειές να τελειώσει ,ο Πέτρος συχνά συνοδευόταν από κάποια κοπέλα την οποία η Φωτεινή την είχε την είχε δει μια δυο φορές στη σχολή.
Ο Γιώργος έφτασε ένα απόγευμα για να πάρει τα πράγματα του από τη θεία του γιατί είχε βρει διαμέρισμα που θα το νοίκιαζε με κάποιον γνωστό του που ήλθε μαζί του ,έτσι τα έξοδα θα ήταν λιγότερα ,η Φωτεινή παραξενεύτηκε που δεν την ειδοποίησε και ήταν έτοιμη να του βάλει τις φωνές μόλις τον έβλεπε γιατί προς το παρών αυτά τα έμαθε από τη θεία του.
Φωτεινή να σου συστήσω το Λευτέρη είπε ο Γιώργος, η κοπέλα άπλωσε το χέρι και ένιωσε μια ανατριχίλα όταν την κοίταξε ο άγνωστος και της έδωσε το χέρι,σχεδόν το τράβηξε πίσω και της φάνηκε σαν να είδε μια ικανοποίηση στο βλέμμα του.
Οι μέρες περνούσαν και ο Χειμώνας έφτασε χωρίς να το καταλάβουν ,η Φωτεινή δεν είχε πάει ούτε μια φορά στο διαμέρισμα του Γιώργου όχι γιατί δεν ήθελε ,αλλά γιατί ο Γιώργος πάντα έβρισκε μια δικαιολογία για να μην τη πάει εκεί , ο δε Λευτέρης ήταν σαν κολλιτσίδα πάντα ήταν παρών και πάντα προσπαθούσε να τραβήξει τη προσοχή του Γιώργου,από την άλλη ο Τάκης έδειχνε την αντιπάθεια του προς τον Λευτέρη.
Οι δυο νέοι άρχισαν να απομακρύνονται και η Φωτεινή δεν μπορούσε να καταλάβει τι ήταν αυτό που έκανε τον Γιώργο να δυσανασχετεί κάθε φορά που έκανε αυτή μια τρυφερή κίνηση προς το μέρος του, ειδικά όταν ήταν όλοι μπροστά ,κάτι που πριν τις διακοπές έδειχνε να του αρέσει και ας μην ήταν ο ίδιος τόσο εκδηλωτικός.
Μια μέρα η φωτεινή αποφάσισε να πάει στο διαμέρισμα που έμενε ο Γιώργος χωρίς να του το πει ,θα του έκανε έκπληξη, πήρε ένα ταξί και όταν έφτασε καθώς ετοιμαζόταν να κτυπήσει το κουδούνι της πόρτας άκουσε από μέσα φωνές , ήταν ο Γιώργος που έλεγε σε κάποιον ότι θα της μιλήσω σου είχα πει να μείνεις εκεί και θα ξεκαθάριζα μόνος μου αυτή τη σχέση. Η Φωτεινή δεν μπορούσε να καταλάβει για μια στιγμή νόμισε ότι ο Γιώργος μιλούσε στο τηλέφωνο,τα πόδια της κόπηκαν, γι' αυτήν έλεγε ,ίσως βρήκε κάποιαν άλλη το Καλοκαίρι και τώρα του ζητούσε να ξεκαθαρίσει τη σχέση του με τη Φωτεινή.
Σκέφτηκε να κτυπήσει το κουδούνι για να ξεκαθαρίσει τη κατάσταση μια και τα πράγματα έφτασαν ως εδώ, όμως άκουσε αμέσως μια άλλη φωνή και αυτή η φωνή ήταν του Λευτέρη που θα έλεγε κανείς ότι έκλαιγε ,να λέει ,δεν μπορώ να σε βλέπω να την έχεις αγκαλιά δεν το καταλαβαίνεις; δεν έπρεπε να σε αφήσω να κάνεις αυτό το δεσμό ,αλλά ήθελες να δεις μήπως και καταβάθος ήσουν ετερόφυλος και τώρα που είδες ότι δεν μπορείς να είσαι με γυναίκα γιατί είσαι ομοφυλόφιλος δεν ξέρεις τι να κάνεις !!

Η Φωτεινή δεν άντεχε να ακούσει άλλα γύρισε να φύγει αλλά έκανε ένα βήμα και σωριάστηκε κάτω , όταν άνοιξε τα μάτια της είδε τον Γιώργο να της κρατά το χέρι και τον Λευτέρη να ανοίγει την πόρτα και να μπαίνει μέσα ο Τάκης έξαλλος.
Την πήρε αγκαλιά και αφού έριξε ένα αγριεμένο βλέμμα στο ξάδελφο του την πήρε και φύγανε,την άλλη μέρα η Φωτεινή δεν πήγε στη σχολή και το απόγευμα που ήλθε ο Τάκης να τη δει της είπε ότι πριν λίγες μέρες είχε μάθει για τη σχέση του ξαδέρφου του με το Λευτέρη η οποία είχε ξεκινήσει εδώ και τρία χρόνια τα δάκρυα της Φωτεινής είχαν γίνει ένα με τη σιγανή βροχή που έπεφτε από το πρωί.

Η βροχή άρχισε να πέφτει δυνατά τώρα και η Φωτεινή πετάχτηκε όταν άκουσε το τηλέφωνο να κτυπά ,το σήκωσε και από την άλλη άκουσε μια φωνή να της λέει ,μανούλα πότε θα έρθεις; το πρόσωπο της φωτίστηκε ,αύριο μωρό μου, δώσε μου τον μπαμπά σου τώρα ,από τη άλλη άκρη του ακουστικού ακούστηκε η ζεστή φωνή του Τάκη, γλυκιά μου έχω νέα από του χρόνου θα έρθεις εδώ να διδάξεις έτσι δεν θα είμαστε άλλο μακρυά.
Η Φωτεινή κοίταξε την άδεια αίθουσα και σχεδόν λυπήθηκε που θα έφευγε, αλλά από την άλλη ήταν οι αγαπημένοι της ,η κορούλα της και ο σύντροφος της ζωής της που πάντα ήταν κοντά της, ο Τάκης. Τα τρία παιδιά που ήταν όλα κι' όλα τα παιδιά του δημοτικού σχολείου εδώ στο απομακρυσμένο χωριό σήμερα ήταν άρρωστα έτσι μόλις σταμάτησε η βροχή η Φωτεινή πήγε σπίτι της και πήρε τηλέφωνο τους αγαπημένους της ξεχνώντας τις άσχημες αναμνήσεις που τις ξύπνησε η βροχή.


Σάββατο 31 Οκτωβρίου 2009

Η βροχή πάντα θα σ'ακολουθεί

Μέρος πρώτο

Η βροχή είχε σταματήσει και σιγά σιγά άρχισε να αχνοφαίνεται ο ήλιος

ρίχνοντας τις χρυσές του αχτίδες πάνω στο καταπράσινο χορτάρι που δεν ξεπερνούσε τα δέκα εκατοστά και οι σταγόνες από τη βροχή λαμπύριζαν σαν μικρά διαμαντάκια πάνω στα φυλλαράκια του.
Η Φωτεινή βγήκε από το μικρό σπιτάκι που βρισκόταν στην άκρη του χωριού και χρησίμευε σαν στάση λεωφορείου σταυρώνοντανς την ελαφριά ζακέτα που φορούσε για να προφυλαχτεί από την υγρασία της βροχής.
Όταν ξεκίνησε για να πάει στο δημοτικό σχολείο του χωριού όπου δίδασκε εδώ και ένα χρόνο, δεν περίμενε να την πιάσει η βροχή στα μισά του δρόμου, η μέρα φαινόταν να είναι καλή και η απόσταση για το σχολείο από το σπίτι της δεν ήταν πάνω από είκοσι λεπτά ,έτσι κάθε μέρα πηγαινοερχόταν με τα πόδια για να απολαμβάνει και τη φύση μια και την είχε στερηθεί ζώντας όλη της τη ζωή στην Αθήνα.
Η άνοιξη ήταν προς το τέλος της ,σε λίγες μέρες ο Μάης θα τους αποχαιρετούσε και το καλοκαίρι θα έκανε την εμφάνιση του και επίσημα ,αυτά σκεφτόταν η Φωτεινή μπαίνοντας στη μικρή αυλή του σχολείου και προσέχοντας να μην μουσκέψει τα παπούτσια της από το νερό που είχε μαζευτεί στις λακουβίτσες από τη ξαφνική μπόρα.
Ξεκλείδωσε τη πόρτα του σχολείου και σκουπίζοντας τα πόδια της μπήκε μέσα στη τάξη ,κρέμασε τη τσάντα της αφού πρώτα έβγαλε τα βιβλία από μέσα, πήρε το σφουγγάρι και χαμογελώντας έσβησε τα γράμματα που είχε ο πίνακας,κάθισε και περίμενε να έλθουν τα παιδιά ,κοίταξε το ρολόι της και είδε ότι είχαν περάσει και δέκα λεπτά από την ώρα που άρχιζε το μάθημα ,δεν ανησύχησε όμως γιατί τα παιδιά ίσως καθυστέρησαν λίγο με την ξαφνική μπόρα.
Όταν όμως πέρασε μισή ώρα και κανείς δε φαινόταν σηκώθηκε ανήσυχη και πήγε προς τη πόρτα ,σχεδόν έπεσε πάνω στον κύριο Νίκο τον πατέρα των παιδιών ,μα τι έγινε; τον ρώτησε, ήλθα να σας πω ότι τα παιδιά έχουν και τα δυο πυρετό και θα τα πάω στο διπλανό χωριό να τα δει ο αγροτικός γιατρός ,ήλθα να σας το πω για να πάτε και εσείς στο σπίτι σας. Εντάξει κύριε Νίκο περαστικά και ευχαριστώ που με ειδοποιήσατε ,θα περάσω το απόγευμα να τα δω.
Η Φωτεινή έμεινε μόνη και για λίγα λεπτά κοιτούσε τον άνδρα που απομακρυνόταν ,έκλεισε τη πόρτα και πήρε μια εσάρπα που είχε μόνιμα στη μικρή ντουλάπα που χρησίμευε για βιβλιοθήκη και την έριξε στους ώμους της ,κάθισε στη καρέκλα και ακουμπώντας τους αγκώνες πάνω στην έδρα έπιασε με τα δυο της χέρια το κεφάλι και έκλεισε τα μάτια, η βροχή άρχισε να ξαναπέφτει απαλά.
Η βροχή δυνάμωσε και το νεαρό ζευγάρι έτρεχε να προστατευτεί κάτω από μια τέντα, δεν είχαν περάσει πέντε λεπτά από την ώρα που βγήκαν από το πανεπιστήμιο και άρχισε να βρέχει καταρρακτωδώς ,η Φωτεινή και ο Πέτρος κρατώντας χέρι χέρι τίναξαν τη βροχή από πάνω τους μπήκαν μέσα στη καφετέρια που βρισκόταν δέκα μέτρα πιο κάτω.
Μπαίνοντας μέσα άκουσαν μια φωνή να τους καλεί προς το μέρος του ,ήταν ο Τάκης δυο χρόνια μεγαλύτερος , που καθόταν με μια παρέα από αγόρια και κορίτσια ,πήγαν προς το μέρος του και χαιρέτησαν τους υπόλοιπους που γνώριζαν ήδη μια και πήγαιναν όλοι στο ίδιο πανεπιστήμιο εκτός από έναν νέο που πρώτη φορά έβλεπαν. Παιδιά να σας συστήσω τον Γιώργο είναι ξάδελφος μου και είναι στην ιατρική τους είπε ο Τάκης.
Η Φωτεινή έδωσε το χέρι της στον Γιώργο και του χαμογέλασε ,αφού έγιναν οι συστάσεις παρήγγειλαν τα ποτά τους και άρχισαν να κουβεντιάζουν και να γελάνε με τα ανέκδοτα του Τάκη ,ήταν ένα στέκι που στη πλειοψηφία του ήταν πάντα γεμάτο με νεαρά παιδιά μια και ήταν κοντά στο πανεπιστήμιο ,έτσι το μόνο που άκουγες ήταν φωνές και γέλια .
Μετά από καμιά ώρα ο Τάκης σηκώθηκε με τον ξάδελφο του να φύγουν ,η βροχή έξω έπεφτε πολύ δυνατά και ο Τάκης πρότεινε στη Φωτεινή αν ήθελε να την πάρουν με το αυτοκίνητο του μια και έμενα στην ίδια γειτονιά,αυτή κάτι είπε στον Πέτρο και αυτός τη συνόδεψε μέχρι τη πόρτα τη φίλησε απαλά χαϊδεύοντας τα μακριά της μαλλιά με μια κίνηση και ξαναμπήκε μέσα.
Ο Τάκης τους είπε να περιμένουν στην είσοδο της καφετέριας για να φέρει το αυτοκίνητο που ήταν λίγο πιο κάτω ούτως ώστε να μη βραχούν ,σε λίγο ήλθε και ο Γιώργος έτρεξε άνοιξε τη μπροστινή πόρτα του αυτοκινήτου και της είπε να περάσει ,αφού κάθισε η Φωτεινή αυτός έκλεισε τη πόρτα και κάθισε στο πίσω κάθισμα,η Φωτεινή ένιωσε άβολα με όλη αυτή την περιποίηση αλλά δεν είπε τίποτα ,εξάλλου έβρεχε τόσο δυνατά που το μόνο που ήθελε ήταν να προφυλαχτεί.
Τις επόμενες μέρες η Φωτεινή δεν ξανάδε ούτε τον Τάκη ούτε τον ξάδελφο του τον Γιώργο, εξάλλου είχε πολύ διάβασμα και δεν πολυπήγαινε στη καφετέρια ,ώσπου μια μέρα κτύπησε το κουδούνι του σπιτιού και μπήκε μέσα η μητέρα του Τάκη που ήταν και φίλη με τη μητέρα της ,είχε έλθει για να τα πει λίγο με τη φίλη της. Τότε η Φωτεινή έμαθε ότι εδώ και λίγες μέρες έμενε κοντά τους και ο ανιψιός της ο Γιώργος παιδί τού αδελφού της ,στην αρχή έμενε σε σπίτι που είχε νοικιάσει ο πατέρας του αλλά τώρα τελευταία οι δουλειές δεν πήγαιναν καθόλου καλά και έτσι αποφάσισαν να μένει με τη θεία του για να γλυτώνουν τα νοίκια.
Οι μέρες περνούσαν και τα παιδιά καμιά φορά παίρνανε και τη Φωτεινή μαζί τους στις εξόδους τους ο Τάκης την πρόσεχε σαν αδελφή του μια και δεν είχε δικιά του αλλά και η Φωτεινή σαν τον μεγάλο της αδελφό τον έβλεπε που δεν είχε,τον Γιώργο τον έβλεπε αλλιώς ,ούτε αυτή δεν ήξερε πως ,όμως σιγά σιγά είχε αρχίσει να βρίσκει δικαιολογίες για να μη βγαίνει έξω μαζί με τον Πέτρο το αγόρι της, η δυσαρέσκεια από τη μεριά του Πέτρου ήταν εμφανής και ειδικά όταν την έβλεπε πως κοιτούσε τον Γιώργο όποτε βρισκόντουσαν όλοι μαζί. Η Φωτεινή περίμενε ένα βλέμμα ή έστω ένα σημάδι από τον Γιώργο ότι και αυτός ενδιαφερόταν αλλά μάταια ίσα ίσα που αυτός απέφευγε να την κοιτάξει στα μάτια ακόμα και να της απευθύνει το λόγο,ώσπου μια μέρα εκεί που κάθονταν ό ένας δίπλα στον άλλο και ήταν ο καθένας στις σκέψεις του και δεν έπαιρνα μέρος σε καμιά συζήτηση ,ο Γιώργος την ακούμπησε στο μπράτσο λέγοντας το όνομα της.

Υ.Γ.
Πρέπει να διαβάσω κιόλας μην ξεχνιόμαστε ,πάω και σχολείο.




Κυριακή 4 Οκτωβρίου 2009

Σαλάγα τα









Το απόγευμα του Σαββάτου μετά τη δουλειά πήγα στο χωριό για να ψηφίσω σαν καλός πολίτης.
Έτσι τη Κυριακή το πρωί ενώ οι υπόλοιποι κοιμόντουσαν εγώ έφτιαξα το καφεδάκι μου και κάθισα στο μπαλκόνι να το απολαύσω ρίχνοντας στους ώμους μου και το τζιν μπουφάν μου γιατί καθότι βουνά μια ψυχρούλα την έχει.
Εκεί που ατένιζα τα βουνά άκουσα τα κουδούνια (όχι αυτά που έχω στο κεφάλι τσ τσ τσ μα τι είσαστε τέλος πάντων) αλλά τα κουδούνια από το κοπάδι που ανέβαινε τη πλαγιά.

Πήρα τη φωτομηχανή μου για να τραβήξω βίντεο να ακούσετε και εσείς αυτή τη όμορφη ορχήστρα αλλά κάτι δεν λειτουργούσε και έτσι αρκέστηκε στις φωτό
Στην αρχή ήταν λίγο θαμπές γιατί ακόμα είχε καταχνιά (στην αρχή νόμισα ότι έχανα το φως μου , το λίγο που έχω) ,αλλά σιγά σιγά άρχισε ο ήλιος να βγαίνει ( ο κανονικός ο ήλιος, μα που πάει το μυαλό σας; δεν θα συνεννοηθούμε σήμερα) και το (τοπίο στην ομίχλη ) έγινε λαμπερό .
Τα πρόβατα (στη φωτογραφία!!!!) άρχισαν να φαίνονται και ο τσοπάνης λεπτός με το μουστάκι του τα κοιτούσε και τα καμάρωνε( τον ξέρω τον τσοπάνης είναι μπάρμπας του άντρα μου και είναι όπως τον περιγράφω, (τι νομίσατε έτσι θα το έλεγα; ψέματα εγώ δεν λέω).
Με το φως του ήλιου τα βουνά φάνηκαν καταπράσινα (έχει έλατα και πουρνάρια ,τι θα ήταν μπλε με βούλες; εξάλλου φαίνονται) .
Και αν δεν με πιστεύετε ότι μιλώ για τα βουνά δέστε τις φωτογραφίες.
Πρασίνισε ο τόπος ,και όλη η γύρω περιοχή .Όλος ο νομός μονοεδρικός πρασίνισε ,τα φύλλα φέτος θα αργήσουν να σαπίσουν ,ακόμη δεν πήραν εκείνο τα κιτρινοκαφέ χρώμα.
Όταν θα ξαναπάω στο χωριό θα βγάλω φωτό με τα πιο Φθινοπωρινά χρώματα για να μη λέτε .ότι μιλώ για άλλα πράγματα και όχι για τη φύση.

Σάββατο 3 Οκτωβρίου 2009

Βράσε όρυζαν


Θα τρώμε που θα ΄τρώμε το πήδημα όποιος και να βγει , τουλάχιστον ας διαλέξω εγώ ποιός θα με πηδάει.

Παρασκευή 18 Σεπτεμβρίου 2009

Ξανά στα θρανία.


Πείτε μου καλή σχολική χρονιά στο νυκτερινό Λύκειο που άρχισα!!!!!

Σάββατο 5 Σεπτεμβρίου 2009

Σχολικές τσάντες ! Καλή σχολική χρονιά και ιδιαίτερα στα πρωτάκια!!


Εσείς θυμάστε την ΠΡΩΤΗ σας σχολική τσάντα;
Εγώ θυμάμαι μια μαύρη με ένα φερμουάρ από πάνω για να μπαίνουν τα βιβλία και ένα φερμουάρ στο πλάι με πιο μικρή θήκη για να βάζουμε τη κασετίνα με τα μολύβια.
Η κασετίνα θυμάμαι ήταν κόκκινη με την Κύπρο πάνω ,νομίζω κυκλοφορούν και τώρα .Τα Χριστούγεννα που θα έλθω Κύπρο θα αγοράσω μια.
Η τσάντα δεν είχε χερούλια ,την κρατούσα παραμάσχαλα ή πίσω στη μέση με τα δυο χέρια .
Καλύτερη δεν γινόταν γιατί εγώ τα λεφτά για τη σχολική τσάντα τα έτρωγα στις κούκλες.
Καλή σχολική χρονιά στα παιδιά και στους εκπαιδευτικούς
Είδατε τι τσαντομάνι κυκλοφορεί τώρα έτσι;Όλα ασορτί.

  Και τα καινούρια   τα μολύβια   με εκείνη τη μυρωδιά   του ξύλου! πάντα μου αρέσει αυτή η μυρωδιά. Φορούσαμε και καρώ ποδίτσα  με ασπρο κάτασπρο γιακαδάκι.
 Ωραίες εποχές   όπως τις βλέπω με την ματιά την σημερινή,ζόρικα με την τότε ματιά, χα χα χα η υπόθεση ήθελε διάβασμα!!!
Αντε καλή χρονιά να έχουν  όλα τα παιδιά του κόσμου και οι δάσκαλοι  και οι καθηγητές!!

Τρίτη 25 Αυγούστου 2009

Ταξιδάκι

Για σας και χαρά σας και στα δικά σας οι ελεύθεροι και στα παιδιά σας όσοι έχετε παιδιά..
Την Κυριακή πήγα στον Πύργο Ηλείας,ευτυχώς φέτος δεν είχε φωτιές (μα δέστε χαρά που κάνει η μπέμπα).
Πήγα που λέτε σε ένα γάμο δυο πολύ καλών παιδιών, Ο πατέρας της νύφης Κυπραίος η μαμά καλαμαρού εμείς ήμασταν από τη μεριά του γαμπρού .Η μάνα του γαμπρού Κύπρια και ο μπαμπάς καλαμαράς και από το ίδιο χωριό του δικού μου καλαμαρά και τους έχω βαφτίσει και τον δεύτερο γιο τους.(πήγαμε και για καλαμαράκια στο Κατάκολο) χα χα χα .Εγώ έφαγα μπριζόλα.
Περάσαμε πολύ ωραία όλα ήταν όμορφα.
Αλλά εγώ πρώτη φορά περνούσα από τη γέφυρα Ρίου Αντιρίου (Αλλη χαρά η μπέμπα)Εγκαινίασα τη γέφυρα (και δεν είμαι γκαντέμο)χι χι χι. τσ τσ τσ ,τόσες χαρές μαζεμένες πως να τις αντέξει ο οργανισμό του ανθρώπου!!!(κάνουμε και χούμορ)
Επειδή εγώ πήρα τη χαρά μου όταν φεύγαμε είπα να βγάλω και καμιά φωτογραφία τη γέφυρα (όχι των στεναγμών),μετά μετάνιωσα και πάτησα το κουμπί για το βίντεο για να ταξιδέψετε και εσείς μαζί μου(πως είπατε; έχετε πάει εσείς; πάλι τελευταία πήγα;

Παρασκευή 21 Αυγούστου 2009

Γουρουνόγριπη και μάσκες


Στις 12 Αυγούστου πήγα στην Αθήνα γιατί αρρώστησε η κόρη μου με πυρετό ,βήχα και την πονούσε το σώμα της, κλασικά σημάδια γρίπης.
Έφτασα το βράδυ και την βρήκα στο κρεβάτι ελαφρώς καταπονημένη,την άλλη μέρα το πρωί πήγαμε σε γιατρό στο ΙΚΑ και εκεί η γιατρός μας έκανε επίπληξη επειδή δεν φορούσαμε μάσκα .Η συγκεκριμένη γιατρός (πρώτη φορά τη βλέπαμε) είχε τρομοκρατηθεί και μας είπε να βάλουμε ένα μαντήλι μπροστά στο στόμα μας και μάλιστα όχι με καλό τρόπο ,η δε κόρη μου την άρπαξε και της είπε ότι δεν είναι αυτός τρόπος από μια γιατρό προς τους ασθενείς της. Η γιατρός προσπάθησε να δικαιολογηθεί ότι είναι απροστάτευτη γιατί δεν τους δίνουν μάσκες και δεν τους βάζουν εμβόλια ,ακροάστηκε την κόρη μου(θερμοκρασία δεν της πήρε)και μας είπε να πάρει ντεπόν για τον πυρετό και αν δεν υποχωρήσει να πάμε σε κάποιο νοσοκομείο.
Την ευχαριστήσαμε (εγώ δηλαδή η κόρη μου είχε πάρει ανάποδες από τον τρόπο της και φύγαμε).
Τα παραπάνω έγιναν την Πέμπτη μέχρι την Κυριακή 16 Αυγούστου ο πυρετός μια έπεφτε μια ανέβαινε, έτσι το βράδυ της Κυριακής πήγαμε στο Ιπποκράτειο νοσοκομείο γιατί πια δεν άντεχε το στομάχι άλλα ντεπόν.
Φτάσαμε στη πύλη του νοσοκομείου η ώρα επτάμισι το απόγευμα, η κόρη μου είχε βάλει και τη μάσκα της ,εκεί τους είπα ότι έχει πυρετό και να μας πούνε που να πάμε ,μου υπέδειξαν τα επείγοντα και από που θα πάω (πρώτη φορά πηγαίναμε) μπήκαμε μέσα όπου και ήταν αρκετοί άλλοι ασθενείς που περίμεναν τη σειρά τους ,η κόρη μου κάθισε και εγώ είπα στη γραμματεία ότι έχει πυρετό η κόρη μου και αν χρειάζονται το βιβλιάριο ή αν θα πάρω κάποιο χαρτί από αυτούς για το γιατρό(δεύτερη φορά που λέω το λόγο της επίσκεψης μας εκεί) η (ξανθιά ) θα τη βρούμε και παρακάτω γιαυτό την κυκλώνω, μου ότι θα πάω στο παθολογικό δεύτερη πόρτα, μου έκανε λίγο εντύπωση αλλά προχώρησα για να δω που θα πάμε. Στην πόρτα ήταν ένας σεκιουριτάς που με ρώτησε τι ακριβώς ήθελα, εγώ (πάλι) ανέφερα τον πυρετό και ότι στη γραμματεία μου υπέδειξαν το παθολογικό(επειδή τον σεκιουριτά τον είχαν τρελάνει οι ασθενείς παίζετε να μην έπιασε τον (πυρετό)ο άνθρωπος λοιπόν μου είπε να πάρω ένα χαρτάκι από μηχάνημα που ήταν δίπλα ,μάλιστα το πάτησε και μου το έδωσε .Είναι ένα μηχάνημα που έγραφε όλες τις ιατρικές ειδικότητες και έτσι έπαιρνες το χαρτάκι με τον αριθμό σου και περίμενες τη σειρά σου.
Πήγα λοιπόν και κάθισα δίπλα στο παιδί μου που ήταν εξαντλημένο και ξάπλωσε τη ποδιά μου μέχρι να έλθει η σειρά μας.
Να σημειώσω ότι είχα βάλει και εγώ τη μάσκα μου για να προφυλακτώ από τους άλλους ασθενείς), μετά από κάμποση ώρα κάποιος μας ρώτησε τι έχει το παιδί και είπαμε ΠΥΡΕΤΟ μα και εμεις πως το είπαμε έτσι απότομα τσ τσ τσ για πότε έφυγαν οι μπροστινόι μας για πότε έφυγαν οι πλαϊνοί μας δεν θα το πιστέψετε.
Ε ΝΑΙ μας πιάσανε τα γέλια ( βρε ηλίθιοι να τους πει κανείς τόση ώρα φοράμε μάσκα και οι μισοί εκει μέσα βήχανε χωρίς μάσκα.
Μετά από μια ώρα και τρία τέταρτα ήλθε η σειρά μας και προχωρήσαμε στη πόρτα που στεκόταν ο σεκιουριτάς ( τώρα ήταν τρεις) και τους είπα ότι θα πάμε στο παθολογικό έκανε να μου δείξει τη πόρτα όταν ο πιο νεαρός από τους τρεις με ρώτησε σιγά αν έχει πυρετό η κόρη μου, ναι του λέω , μα τόση ώρα είσαστε εδώ; ναι του λέω κοντεύουμε δυο ώρες το έχω πει τρεις φορές ότι ήρθαμε με πυρετό και μας είπαν να περιμένουμε.
Πανικοβληθήκανε και οι τρεις, μας πήρανε και μας βγάλανε από την αίθουσα , πολύ ευγενικά και οδήγησαν την κόρη μου από άλλη πόρτα εμένα πάλι μου είπαν να περιμένω εκεί που ήμουν και πρώτα, αφού τους βεβαίωσα ότι δεν είχα κανένα πρόβλημα υγείας και μάλιστα φορούσα μάσκα από την αρχή.
Να πω την αλήθεια με ζώσανε τα φίδια αλλά δεν μπορούσα να κάνω και κάτι,μετά από πολύ ώρα ήλθε ένας γιατρός φώναξε το όνομα μας και μου έδωσε κάποια χαρτιά να μου τα σφραγίσουν στη γραμματεία και μετά να του τα πάω εκεί που ήταν και η κόρη μου.
Πράγματι πήγα και εκεί στο διάδρομο είχε ένα δωμάτιο που μέσα ήταν όλοι οι εμπύρετοι με συμπτώματα γρίπης και μόνο γιατροί μπαίνανε μέσα,οι συνοδοί ήμασταν απ' έξω
Βασικά μόνο εγώ ήμουν έξω και ένας νεαρός ξένος.Μέσα ήταν 5 κορίτσια στη ηλικία της κόρης μου και ένας νεαρός ,Τους έκαναν ακτινογραφία θώρακος γενική αίματος και ούρων και αφού όλα ήταν καθαρά (τα δικά μας τουλάχιστον και δυο τριών άλλων που έτυχε να τα ακούσω γιατί ο γιατρός τα είπε στο διάδρομο που ήμουν και εγώ) φύγαμε η ώρα δυόμιση το πρωί.
ΟΧΙ δεν είχαμε τη γουρουνόγριπη, ήταν μια απλή ίωση που κράτησε λίγο παραπάνω αλλά λόγω του ότι είχε πάει σε νησί τις προηγούμενες μέρες λιγάκι φοβηθήκαμε το κακό.Επίσης όλοι ζητούσαν μάσκες γιατί φοβηθήκανε.
Όσο περιμέναμε στη αίθουσα αναμονής ήλθαν τρία παιδιά ναρκωμανείς και εκει μάθαμε ότι ο μικρότερος αδελφός του ενός είχε πεθάνει από τα ναρκωτικά εκείνη την ώρα στο νοσοκομείο όπου τον είχαν πάει και μάλιστα είχε κάνει και την αναγνώρηση.
Ειδοποιήθηκε η μάνα του παιδιού να έλθει στο νοσοκομείο για κάποιο πρόβλημα που είχε το ένα της παιδί. Οι τρεις νεαροί φύγανε από εκει και τους ακούσαμε όλοι να λένε ότι πάνε για βρουν την κοπέλα που έδωσε τη δόση.
Μετά από ώρα ήλθε μια γυναίκα στη γραμματεία μαζί με ένα κορίτσι και είπε το όνομα της στην (ξανθιά) και ότι θέλει να δει το παιδί της ( η μάνα αυτή δεν ήξερε ότι το παιδί της πέθανε) και της λέει η ξανθιά η αναγνώριση έγινε από τον αδελφό του ΌΛΟΙ εκεί καταλάβαμε ότι η γυναίκα δεν ήξερε τίποτα για νεκρό παιδί και ότι δεν το έπιασε από τη πρώτη για την αναγνώριση ΑΛΛΑ (Η ΞΑΝΘΙΑ)θεώρησε έξυπνο να επαναλάβει ότι η αναγνώριση έγινε από το άλλο παιδί ,Μα τι μου λέτε τώρα; ποια αναγνώριση τι μου λέτε να αναρωτιέται η δύστυχη μάνα!! Ο γιος σας πέθανε .Δεν γράφω το τι ακολούθησε αλλά θα γράψω αυτό ΔΕΝ ΚΑΘΟΜΑΣΤΕ ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΜΙΑ ΤΖΑΜΑΡΙΑ ΚΑΙ ΝΑ ΛΕΜΕ ΣΕ ΜΙΑ ΜΑΝΑ ΟΤΙ ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΤΗΣ ΠΕΘΑΝΕ!! ΤΗΝ ΠΑΜΕ ΣΕ ΕΝΑΝ ΑΛΛΟ ΧΩΡΟ ΚΑΙ ΤΗΣ ΤΟ ΛΕΜΕ .
Σίγουρα υπάρχει άλλος τρόπος να ανακεινώσεις σε ένα γονιό την απώλεια του παιδιού του ακόμη και όταν την περιμένει!!.
Ε Αϊ σιχτιρ ξανθιά .

Παρασκευή 7 Αυγούστου 2009

Αετός και Αετόπουλα

Ο Αετός έκανε άξια Αετόπουλα
Στέλιος και Αγγελος Διονυσίου
Εψές ήταν υπέροχοι, μαζί με την Στέλλα Θεοφίλου.
Απλά υπέροχοι κάτω από το Αυγουστιάτικο φεγγάρι.
Τίμησαν τον Στράτο Διονυσίου.

Τρίτη 4 Αυγούστου 2009

Υψοφοβία Ακροφοβία


Ξέρω ότι υπάρχουν και άλλοι άνθρωποι με αυτόν το φόβο ,εγώ πάλι νομίζω ότι φοβάμαι περισσότερο απ' όλους.
Έχω πολύ μεγάλη υψοφοβία ή καλύτερα ακροφοβία .Πιστεύω ότι είναι ακροφοβία αυτό που έχω ,γιατί όταν μπαίνω σε αεροπλάνο δεν φοβάμαι όταν είμαι σε διαμέρισμα σε όποιον όροφο και να είμαι δεν φοβάμαι ,φτάνει να μην είμαι στο μπαλκόνι.
Μένω στον πρώτο όροφο βγαίνω στο μπαλκόνι μου αλλά αν δεν είχε κάγκελα δεν θα έβγαινα ούτε για αστείο.
Αν είμαι σε διαμέρισμα ψηλότερο αποφεύγω να πάω σε μπαλκόνι άκρη άκρη και ας έχει κάγκελα.
Δεν ανεβαίνω σε σκάλα φοβάμαι ,ποτέ δεν ανέβαινα σε δένδρα όπως όλα τα παιδιά δεν μου αρέσει να πηγαίνω ταξίδια και να έχει γκρεμούς δεν πάω ποτέ σε άκρη από γκρεμό ,εγώ γκρεμό εννοώ και τα λίγα μέτρα .
Φοβάμαι να κοιτάξω οικοδομές όπου υπάρχουν εργάτες ψηλά και δουλεύουν .
Είναι απαίσιο συναίσθημα ακόμα και ταινία να δω με ύψη κλείνω τα μάτια.
Αν δω άνθρωπο ψηλά και δεν έχει κάποιο προστατευτικό με πιάνει κρύος ιδρώτας
Καμιά φορά σκέφτομαι πως αφού είμαι μάνα δεν πρέπει να φοβάμαι τέτοια πράγματα γιατί ίσως κάποια στιγμή χρειαζόταν να πάω στην άκρη να πάρω το παιδί μου και τότε νικάω το φόβο και λέω μέσα μου πως και στη φωτιά θα έπεφτα και πιο άκρη από την άκρη θα πήγαινα. Νιώθω δειλή που δεν μπόρεσα τόσα χρόνια να ξεπεράσω αυτό το φόβο σχεδόν καμιά φορά νιώθω ανάπηρη.
Θέλω να πέσω με αλεξίπτωτο!!!!!!!!!!! Μήπως μου φύγει ο φόβος!!!!!!!!!!! ΛΕΜΕ!!

Σάββατο 1 Αυγούστου 2009

Αύγουστος και Κύπρος.

Δεν θα ευχηθώ καλό μήνα ,απλά φέτος να φερθεί με καλοσύνη στη πατρίδα μου.

Κυριακή 19 Ιουλίου 2009

Το να είσαι απροστάτευτος


Πριν λίγο καιρό μια δεκαοκτούρα γέννησε δυο αυγά στη γλάστρα της γειτόνισσας μου και συναδεύλφισσας μου. Δυστυχώς τότε δεν είχα τη φωτογραφική μου και έτσι δεν μπόρεσα να τα φωτογραφίσω ,ούτε και την εξέλιξη τους που καθόταν η μάνα και τα προστάτευε. Σήμερα που πήγα να ποτίσω τα λουλούδια γιατί οι γείτονες πήγαν διακοπές τα πέτυχα μόνα ,έχουν μεγαλώσει αρκετά αλλά ακόμα δεν έχουν βγάλει φτερά,κάτι τριχούλες πετάνε μόνο.
Τυχερά είναι ακόμα κάτω από τη προστασία της μάνας τους,σε λίγες μέρες θα έχουν τα δικά τους φτερά και θα πάρουν το δρόμο για να βρουν το ταίρι τους όπως κάνουν και οι άνθρωποι.
Σήμερα όμως όπως ήταν και τα δυο απροστάτευτα και κουρνιασμένα το ένα δίπλα στο άλλο μου θύμισαν την αυριανή μέρα όπου έγινε η εισβολή και δεν μπορούσε κανείς να μας προστατεύσει.

Τετάρτη 15 Ιουλίου 2009

Τι τους έκανες?


Σήκω πάνω ,όρθωσε το πληγωμένο σου κορμί και πες μας ,τι τους έκανες και σε βιάσανε και σ'έκοψαν στα δυό? Πρώτα τα παιδιά σου και ύστερα οι εχθροί?


Σάββατο 11 Ιουλίου 2009

Επέτειος ή μνημόσυνο?

Συνήθως έχουμε επέτειο γάμου, επέτειο γνωριμίας ,επέτειο ανεξαρτησίας από κάποιους κατακτητές όπως είναι η επέτειος του ΌΧΙ στην Ελλάδα ,η επέτειος του 1821 .
Εμείς στη Κύπρο έχουμε επέτειο του πραξικοπήματος στις 15 Ιουλίου και επέτειο της εισβολής στις 20 Ιουλίου.
Πολλοί θα πείτε έχουμε και την επέτειο της ανεξαρτησίας από τους Εγγλέζους, ναι έχουμε και αυτή.
Η επέτειος του πραξικοπήματος δεν ξέρω πως θα περάσει στον πολύ κόσμο , αλλά σίγουρα αυτοί που χάσανε τους αγαπημένους τους αυτή η μέρα θα είναι μαύρη και σκοτεινή
Την επέτειο για την εισβολή ίσως να γίνουν κάποιες κινητοποιήσεις δεν ξέρω και πάλι αυτή η μέρα θα είναι μαύρη και σκοτεινή γι' αυτούς που χάσανε τους αγαπημένους τους .
Οι πρόσφυγες θα ξανακαταραστούν τους υπαίτιους (συνήθως τους πραξικοπηματίες) θα καταραστούν τους ( βρωμότουρκους) και όταν περάσει η μέρα θα περιμένουν τη λύση (όχι όλοι ,μερικοί ίσως να θέλουν τα πράγματα ως έχουν)
Εντωμεταξύ οι Τούρκοι και Τ/Κ θα έχουν τη δική τους επέτειο θα παρελάσουν θα στρίβουν τα μουστάκια τους που κατάφεραν να σκλαβώσουν τη μικρή μισή Κύπρο,την στιγμή που ο δικός τους διαπραγματευτής προσπαθεί μαζί με το δικό μας να βρούνε μια λύση για να συμβιώσουμε όλοι μαζί,τώρα πως οι μισοί θα κλαίνε και οι μισοί θα γελάνε σ' αυτή την επέτειο και συγχρόνως θα αγκαλιαστούμε και θα γίνουμε ένα ,αδελφωμένοι και καλοί γείτονες δεν ξέρω .ΜΑΚΆΡΙ.
Τελικά διερωτώμαι η πρόσφυγας έχουμε επέτειοή  μνημόσυνο?

Πέμπτη 2 Ιουλίου 2009

Με το βλέμμα στη θάλασσα 3

Τελευταίο
Με ανάμικτα αισθήματα η Λένα άφηνε τους γονείς της ακολουθώντας την καρδιά της ,μετά που τους ανακοίνωσε ότι είναι έγκυος και θα πάει μαζί με το Δημήτρη να ζήσει οι γονείς της προκειμένου να τη χάσουν τελείως υποχώρησαν και αποφάσισαν να την αφήσουν να ζήση όπως αυτή ήθελε ,τώρα υπήρχε και ένα παιδί ,δεν μπορούσαν να σταθούν αυτοί εμπόδιο.
Η έκπληξη και η χαρά της Λένας ήταν μεγάλη όταν φτάνοντας στο πέτρινο σπίτι ανακάλυψε ότι ο αγαπημένος της το είχε ανακαινίσει και επίσης είχε φτιάξει έναν υπέροχο κήπο με κιόσκι,εκείνο βέβαια που ήταν ασυναγώνιστο ήταν η θέα ,μπροστά από το σπίτι βρισκόταν η καταγάλανη θάλασσα και έτσι όπως ήταν κτισμένο αμφιθεατρικά το σπίτι, έβλεπε η ματιά σου μέχρι εκεί που έφτανε θάλασσα.
Το βράδυ που θα είναι ξεκούραστος και θα καθίσουμε στη βεράντα θα του πω και για το παιδί σκεφτόταν όλο χαρά η Λένα,εκείνο που τη στεναχώρησε ήταν που κανένας δικός του Δημήτρη δεν ήλθε να τους καλωσορίσει ,η αλήθεια είναι ότι δεν γνώρισε ποτέ τους δικούς του ,μόνο μια φορά σε κάποια καφετέρια τότε που ήλθε διακοπές με τους γονείς της, τους πλησίασε ένας νέος και κάτι είπε στο Δημήτρη παράμερα και μετά ήλθαν και οι δυο στη παρέα τους και της τον σύστησε για αδελφό του ,ο οποίος είπε ένα χαίρω πολύ ευγενικά μεν αλλά ψυχρά.
Όταν πια τακτοποίησε τα ρούχα της στη ντουλάπα ετοίμασε κάτι πρόχειρο το έβαλε στο δίσκο και πήγε στη βεράντα όπου την περίμενε ο Δημήτρης ,κάθισε δίπλα του και αφού φάγανε αυτός άναψε ένα τσιγάρο.
Τότε παίρνοντας το χέρι του στα δικά της του είπε να την κοιτάξει στα μάτια γιατί είχε κάτι πολύ σοβαρό να του πει,αυτός γέλασε και της είπε πως κάνει σαν κάτι γκόμενες στα έργα που μετά από αυτό ξεφουρνίζουν μια εγκυμοσύνη, η Λένα ακούγοντας τον να μιλά τόσο κυνικά χλόμιασε και άφησε το χέρι του ,τότε αυτός την άρπαξε από τους ώμους και τη ταρακούνησε ,πες μου ότι δεν είσαι έγκυος πες μου .
Η Λένα βουβάθηκε της ερχόταν λιποθυμία δεν περίμενε τέτοια αντίδραση,τον άκουσε να λέει ότι εγώ δεν θέλω παιδιά εγώ μόνο εσένα και μένα θέλω μέσα σ' αυτό το σπίτι, πως μπόρεσες να μου το κάνεις αυτό? τα λόγια του χάθηκα από τα αυτιά της,
όταν άνοιξε τα μάτια της βρισκόταν στο κρεβάτι και ο Δημήτρης προσπαθούσε να τη συνεφέρει βάζοντας της νερό στο πρόσωπο και τρίβοντας της τα χέρια.

Με συγχωρείς με συγχωρείς αγάπη μου αν σου έβαλα τις φωνές, της έλεγε και θα ορκιζόταν πως είδε τα μάτια του βουρκωμένα αν δεν τον άκουγε στη συνέχεια να της λέει ,δεν πειράζει αγάπη μου σήμερα όλα γίνονται θα κάνεις μια έκτρωση και θα μείνουμε εγώ και εσύ ,κοιμίσου τώρα και αύριο θα το τακτοποιήσουμε,η Λένα δεν απάντησε γύρισε το κεφάλι από την άλλη και άφησε τα δάκρυα να κυλάνε.
Την άλλη μέρα το πρωί του είπε ότι δεν πρόκειται να κάνει έκτρωση και αν αυτός δεν θέλει παιδιά καλύτερα θα ήταν να χωρίσουν τώρα ,το πρώτο χαστούκι ήλθε μαζί με μια βρισιά ,κάνε ότι θες της φώναξες εσύ δεν θα πας πουθενά και αφού το θες τόσο πολύ κράτησε το εσύ θα έχεις την ευθύνη για ότι συμβεί.
Η Λένα εκείνη τη μέρα έκλαψε πολύ ,τον αγαπούσε και δεν μπορούσε να καταλάβει την απότομη αλλαγή του από τη στιγμή που του μίλησε για το παιδί. Οι μέρες κυλούσαν και όταν του μίλησε για τον γάμο που έλεγαν, της είπε καλύτερα να κάνουν πολιτικό με τους γονείς μόνο τους δικούς της και τους δικούς του ,ευκαιρία να τους γνωρίσει κιόλας. Στην ερώτηση της γιατί να μην καλέσουν και τους φίλους του που είχε γνωρίσει το καλοκαίρι αυτός μουρμούρισε κάτι για δουλειές ,σπουδές που είχαν και δεν θα μπορούσαν.
Έτσι μια Κυριακή μαζεύτηκα οι γονεί της οι γονείς του και ο αδελφός του στο Δημαρχείο για να γίνει ο γάμος,οι γονείς της αν και προσπαθούσαν να το κρύψουν είχαν στεναχωρηθεί πολύ ,είχαν άλλα όνειρα για το μοναχοπαίδι τους,οι γονείς του Δημήτρη δυο γλυκύτατοι άνθρωποι την αγκάλιασαν με αγάπη το ίδιο και ο αδελφός του ,μόνο που δεν φαίνονταν ευτυχισμένοι όπως είναι όλοι οι γονείς που παντρεύουν τα παιδιά τους.
Πέρασαν τρεις μήνες από τη μέρα που ήλθαν σ' αυτό το σπίτι και η Λένα ήταν ήδη στον πέμπτο μήνα και πολύ μόνη κανένας δεν ερχόταν στο σπίτι τους δυο φορές μόνο ήλθαν οι γονείς του Δημήτρη και η Λένα πρόσεξε πως όταν αυτή έφευγε από κοντά τους για να φέρει κάτι να τους κεράσει ενώ όλα έδειχναν μια χαρά μόλις επέστρεφε οι γονείς του ετοιμάζονταν να φύγουν ,ο δεν Δημήτρης δεν πήγαινε πουθενά μαζί της ,αρνιόταν να την πάει μια βόλτα το απογευματάκι και την έβαλε να του υποσχεθεί ,ότι άμα αυτός λείπει στη δουλειά αυτή δεν θα γυρνάει γιατί αυτός ανησυχεί.
Η Λένα ήταν δυστυχισμένη ο Δημήτρης εκεί που ήταν όλο γλύκες ξαφνικά κοιτούσε τη κοιλιά της όλο μίσος και δεν ήταν λίγες οι φορές που της είπε πως ήταν λάθος να κάνουν παιδί και μια μέρα αυτή θα το μετανοιώσει,πολλές φορές η Λένα καθόταν στη βεράντα με το βλέμμα στη θάλασσα αυτό μόνο την ηρεμούσε ,εκείνη τη μέρα κατέβηκε στο υπόγειο ,κάτι που της απαγόρευσε ο Δημήτρης να κάνει ,κατέβηκε προσεκτικά τη πέτρινη σκάλα και της έκανε εντύπωση το πόσο τακτοποιημένο ήταν λες και κάποιος το καθάριζε συχνά ,βέβαια τα βράδια άκουγε τον άνδρα της που κατέβαινε αλλά νόμιζε ότι κάτι θα μαστόρευε.
Προσεκτικά η Λένα άρχισε να ανοίγει διάφορα κουτιά όπου έβρισκε εργαλεία ,βρήκε και μερικές εγκυκλοπαίδειες και απόρησε που δεν τις είχαν πάνω ,έτσι θα διάβαζε κιόλας,άρχισε να βαριέται όταν είδε ένα παλιό γραφείο πήγε κάθισε στη καρέκλα που υπήρχε και άνοιξε το πρώτο συρτάρι εκεί βρήκε ένα κουτί ασπιρίνες και καθώς ετοιμαζόταν να το κλείσει κύλησε ένα μπουκαλάκι και το πήρε στα χέρια της ,μα αυτά είναι χάπια για σχιζοφρένεια ,ίσως είναι παλιά ,ξεχασμένα από άλλους που έμεναν εδώ ,κοίταξε την ημερομηνία και τρόμαξε ,τα χάπια έληγαν σε ένα χρόνο τράβηξε το συρτάρι και τότε είδε άλλα δυο κουτιά καθώς και άλλα για κατάθλιψη .
Η Λένα έφερε το χέρι στη κοιλιά δεν μπορεί δεν είναι δυνατόν με τρεμάμενα χέρια άνοιξε και το δεύτερο συρτάρι εκεί βρήκε χαρτιά, ιατρικά χαρτιά και συνταγές με το όνομα του Δημήτρη πάνω, η ίδια παρακολούθησε ένα χρόνο ιατρική είχε διαβάσει είχε συζητήσει πολλές φορές με τον πατέρα της γι' αυτές τις ασθένειες. Έτρεξε σαν τρελή πάνω έριξε νερό στο πρόσωπο της και πήρε το γυναικολόγο τηλέφωνο τον ρώτησε τι επιπτώσεις θα έχει στο έμβρυο αν ο πατέρας έπαιρνε αυτά τα χάπια καθημερινά ,τώρα ήταν σίγουρη ο Δημήτρης έπαιρνε κάθε μέρα αυτά τα βαριά μορφής χάπια .
Η πόρτα της κρεβατοκάμαρας άνοιξε απότομα και μπήκε μέσα ένας Δημήτρης εντελώς αγνώριστος με τις γροθιές σηκωμένες, θα με σκοτώσει σκέφτηκε η Λένα θεέ μου θα με σκοτώσει,σου είχα πει να μην πατήσεις ποτέ το πόδι σου στο υπόγειο ,μα δεν πήγα απάντησε η Λένα και απορώντας από που το κατάλαβε, αφού τώρα μπήκε μέσα .Την άρπαξε και τη έσυρε στο σαλόνι, σχεδόν την πέταξε πάνω στον καναπέ, η Λένα ένιωσε τον πρώτο πόνο στη κοιλιά ,αυτός της έβαλε μπροστά στα μάτια ένα ντι βι ντι και μετά το έβαλε να παίξει, η Λένα του είπε ότι πονάει πολύ ,αλλά αυτός την άρπαξε από τα μαλλιά και την έβαλε να κοιτά την τηλεόραση και τότε μέσα στα δάκρυα και τη θολούρα που ένιωθε είδε τον εαυτό της να κατεβαίνει στο υπόγειο και μετά να ανεβαίνει ,να πηγαίνει να ρίχνει νερό στο πρόσωπο της και όλες τις κινήσεις που έκανε μέσα στο σπίτι.
Σε παρακαλώ πονάω του έλεγε πήγαινε με στο γιατρό ,ο Δημήτρης είχε χάσει κάθε έλεγχο άρχισε να γελάει δυνατά άγρια, έτρεξε και έκλεισε όλες τις πόρτες και τα παράθυρα ,η Λένα δεν μπορούσε πια να κουνηθεί από τους πόνους ,προσπάθησε να πάρει το τηλέφωνο που ήταν δίπλα στο τραπεζάκι αλλά της το άρπαξε και το πέταξε απέναντι στο τοίχο.
Της μύρισε βενζίνη της ερχόταν εμετός ένιωθε να χάνετε, το αίμα κυλούσε ανάμεσα στα πόδια της και μια ζέστη αφόρητη ερχόταν καταπάνω της και το γέλιο του Δημήτρη έγινε λυγμός κατηγορώνταςτην πως αυτή φταίει για όλα και τώρα πρέπει να πληρώσει.
Ξύπνησε σε ένα δωμάτιο και είδε κάποια θολή φιγούρα να της μιλά ,Λένα Λένα άνοιξε τα μάτια σου εγώ είμαι ο Στέφανος ,η Λένα ξανάκλεισε τα μάτια και μετά όταν τα ξανάνοιξε το πέπλο που τα σκέπαζε έφυγε ,είδε τη μητέρα της και το Στέφανο να την κοιτάνε όλο αγωνία ,που είμαι?τι έγινε ? Ησύχασε κορίτσι μου θα γίνεις καλά όλα θα γίνουν καλά ,η Λένα έφερε το ένα χέρι στη κοιλιά και έβγαλε μια πνιχτή φωνή ,σιγά σιγά άρχισε να θυμάται ο Δημήτρης? Αργότερα Λένα αργότερα θα τα πούμε όλα, η νοσοκόμα που μπήκε εκείνη τη στιγμή στο θάλαμο της έβαλε μια ένεση και η Λένα ξανακοιμήθηκε.Η Λένα χτένισε τα μακρυά καστανά μαλλιά της και πήγε στη κουζίνα , μητέρα της τη κοίταξε και τη καλημέρισε ,η Λένα της έδωσε ένα φιλί στο μάγουλο και μετά αγκάλιασε τον πατέρα της που εκείνη τη στιγμή κοιτούσε ένα ιατρικό περιοδικό του το πήρε από τα χέρια και το έβαλε στη τσάντα της .Είχε περάσει ενάμιση χρόνος από το συμβάν η Λένα άλλαξε πρόσωπο ,η πυρκαγιά της είχε κάνει σοβαρά εγκαύματα αν δεν έβλεπε τη φωτιά ένας βαρκάρης και να ειδοποιήσει αλλά και να τρέξει και ο ίδιος με κίνδυνο τη ζωή του η Λένα θα ήταν νεκρή όπως και ο Δημήτρης και το παιδί της.
Ο Στέφανος τη πήγε στην Αμερική και μετά από πολλές επεμβάσεις η Λένα έγινε καλά, το μόνο που μπορούσες να την αναγνωρίσεις αν την ήξερες από πριν ήταν τα όμορφα της μάτια και τα υπέροχα μαλλιά που δεν πρόλαβαν να καούν όλα.
Η Λένα τέλειωσε την ιατρική και ο Στέφανος είχε γυρίσει στην Ελλάδα όπου και άνοιξε δική του κλινική, τα χρόνια πέρασαν αλλά η Λένα δεν έλεγε να ενδώσει στον έρωτα του. Και τώρα που κατάλαβε ότι πραγματικά τον αγαπά και θέλει να ζήσει μαζί του σαν γυναίκα του θέλησε να έλθει εδώ να κλείσει για πάντα τις πληγές που την βασάνιζαν κάθε βράδυ να απαλλαγεί από την τρέλα του Δημήτρη και τις ενοχές που δεν μπόρεσε να καταλάβει τη ψυχολογία του από την αρχή,να θρηνήσει το αγέννητο παιδί της,να πετάξει μια και καλή το παρελθόν και να μπορέσει να κοιτάξει ξανά τη θάλασσα με βλέμμα γαλήνιο όπως τον πρώτο καιρό .


ΤΕΛΟΣ


Τρίτη 30 Ιουνίου 2009

Με το βλέμμα στη θάλασσα 2

Μέρος δεύτερο
Εκείνο το πρωινό η Λένα ξύπνησε και τεντώθηκε μέσα στα σεντόνια της, χωρίς καμιά βιασύνη κοίταξε το ρολόι δίπλα στο κομοδίνο , χασμουρήθηκε και γύρισε από το άλλο πλευρό.
Μπορεί να ήταν Δευτέρα, αλλά αυτή η Δευτέρα ήταν διαφορετική ,από σήμερα επιτέλους άρχιζαν οι διακοπές της,τα αποτελέσματα από τις πανελλήνιες εξετάσεις είχαν βγει και ήξερε ότι από το Σεμπτέβρη θα άρχιζε τα μαθήματα στη σχολή που ήθελε.
Ο πατέρας της ήταν γιατρός και πάντα είχε κρυφή επιθυμία η μοναχοκόρη του να ακολουθουθήση το επάγγελμα του,παρόλα αυτά ποτέ δεν είπε κάτι στη κόρη του,δεν ήθελε να την επηρεάσει σε κάτι που πιθανόν δεν ήταν και δικό της όνειρο.
Η Λένα πάλι έβλεπε τον πατέρα της με πόση αγάπη εξασκούσε το επάγγελμα του και πόσο βοηθούσε τους ανθρώπους είτε ήταν φτωχοί και δεν είχαν να τον πληρώσουν ,είτε ήταν πλούσιοι.
Έτσι αποφάσισε χωρίς καμιά πίεση να γίνει μια μέρα γιατρός, τώρα ο πρώτος στόχος επιτεύχθηκε,το πρώτο βήμα έγινε και με τη νέα χρονιά θα ήταν φοιτήτρια ιατρικής και μάλιστα στην Αθήνα ,έτσι δεν θα αποχωριζόταν και τους γονείς της που μόνο αυτήν είχαν, αλλά για να το πετύχει αυτό ξημεροβραδιαζόταν διαβάζοντας.

Τώρα μετά απ΄'όλα αυτά, διαβάσματα, ξενύχτια αγωνίες,ήλθε και η ώρα για ξεκούραση, ο πατέρας της πήρε άδεια από το ιατρείο του δεκαπέντε μέρες και έκλεισε ένα μικρό σπιτάκι για όλο το Καλοκαίρι σε μια μικρή παραθαλάσσια επαρχιακή κωμόπολη.

Τις πρώτες δεκαπέντε μέρες θα έμενε μαζί τους και τον υπόλοιπο καιρό θα ερχόταν τα Σαββατοκύριακα

Έτσι μάζεψαν τα πράγματα τους και πήγαν στο εξοχικό που είχαν νοικιάσει.Το σπίτι ήταν πολύ όμορφο με βεράντες και ένα μικρό κήπο ,υπήρχαν άλλα τέσσερα στη σειρά σχεδόν τα ίδια. Μόλις έφτασαν άδειασαν τις βαλίτσες τους, έβαλαν στο ψυγείο και στα ντουλάπια τα τρόφιμα που έφεραν για τις πρώτες μέρες μέχρι να βολευτούν.

Μόλις τέλειωσαν το τακτοποίημα η Λένα φόρεσε το μαγιό της και έτρεξε στη θάλασσα που ήταν στα διακόσια μέτρα από το σπίτι,η δε μητέρα της της φώναζε να προσέχει γιατί δεν ξέρουμε τα νερά εδώ ,πρόσεχε παιδί μου !!.Καλά μητέρα θα προσέχω.
Η Λένα με το που έφτασε στη παραλία άφησε τη τσάντα στη σκιά μιας ομπρέλας και για μια στιγμή διερωτήθηκε μήπως είναι άλλου ο χώρος ,αλλά ρίχνοντας μια ματιά γύρω διαπίστωσε πως υπήρχαν κι' άλλες άδειες και μόνο δυο παρέες ήταν λίγο πιο μπροστά από αυτήν ,έτσι ησήχασε ότι κανείς δεν θα διαμαρτυρόταν, πέρασε δίπλα από τις παρέες που αν και καθόντουσαν σε ξεχωριστές ομπρέλες κουβέντιαζαν όλοι μαζί .
Μπήκε μέσα στη θάλασσα που αν και λίγο κρύα δεν της έκανε καρδιά να βγει έξω ,σιγά σιγά ΄η παραλία άρχισε να γεμίζει κόσμο ,οι πιο πολλοί ήταν με παρέες,άρχισε να κρυώνει και αποφάσισε να βγει να σκουπιστεί και να πάει σπίτι ,είχε αρχίσει να νοιώθει άβολα που ήταν μόνη της και όλοι οι άλλοι είχαν τις παρέες της.
Βγήκε τρέμοντας από το κρύο και περνώντας μπροστά από τις δυο παρέες που είχε βρει εκεί ,τρία κορίτσια και δυο αγόρια περίπου στην ηλικία της φταρνίστηκε ,τώρα βρήκε να με πιάσει το αλλεργικό μου είπε από μέσα της,γείτσες άκουσε κάποιον να λέει,γύρισε το κεφάλι και συνάντησε τα πιο όμορφα πράσινα μάτια που είχε δει στη ζωή της, ευχαριστώ απάντησε και προχώρησε ,έπιασε τη πετσέτα της και τη τύλιξε πάνω της τρέμοντας .
Σκέφτηκε να κάτσει λίγο στον ήλιο να ζεσταθεί όταν είδε δυο αγόρια γύρω στα οκτώ να λένε με παράπονο στους γονείς τους ,δυστυχώς δεν υπάρχει άλλη ομπρέλα
,η Λένα ένιωσε ακόμα πιο άβολα σηκώθηκε μάζεψε τη τσάντα της και έκανε να φύγει, η μητέρα των παιδιών κατάλαβε τι έγινε και πήγε να της πει πως δεν χρειαζόταν να φύγει γι' αυτούς αλλά την ίδια στιγμή ο νεαρός με τα πράσινα μάτια που παρακολουθούσε τη σκηνή την παρακάλεσε αν ήθελε να πάει στη δική τους παρέα για να γνωριστούν.
Η Λένα τον ευχαρίστησε και είπε πως έπρεπε να φύγει ,μέσα της όμως ήθελε να μείνει να τον γνωρίσει ,αλλά η απερισκεψία της να μπει μέσα στο νερό και τώρα να νιώθει ρίγη την έκαναν να θέλει να πάει σπίτι να βγάλει τα βρεγμένα αμέσως.
Εξάλλου τώρα κατάλαβε γιατί δεν ήταν κανείς εκείνη την ώρα μέσα στη θάλασσα ,ήταν νωρίς και ακόμη ήταν παγωμένη .
Οι μέρες περνούσαν ευχάριστα και η Λένα γνώρισε και τις δυο παρέες που πρωτοείδε στη θάλασσα ,εδώ και ένα μήνα σχεδόν κάθε μέρα ήταν μαζί ,αν και Λένα είχε μάτια μόνο για τον Δημήτρη με τα πράσινα μάτια ,αλλά και αυτός δεν πήγαινε πίσω έδειχνε με χίλιους δυο τρόπους το ενδιαφέρον του ,μια μέρα μάλιστα η μητέρα της κάλεσε όλα τα παιδιά και τους έκανε το τραπέζι ήταν Σάββατο και ήταν και ο πατέρας της Λένας εκεί,η μητέρα της ήθελε να δει με τι ανθρώπους κάνει παρέα η κόρη της, όχι ότι δεν είχε εμπιστοσύνη στο παιδί της αλλά είχε μάθει που όλα αυτά τα χρόνια ήξερε όλα τα παιδιά που συναναστρεφόταν η κόρη της που σκέφτηκε να γνωρίσει και τους καινούργιους φίλους της κόρης τους ,έτσι διάλεξε το Σάββατο που θα ήταν και ο σύζυγος της ,μια γνώμη παραπάνω και μάλιστα του πατέρα θα ήταν καλύτερα ,εξάλλου ο σύζυγος της είχε το χάρισμα να ξεχωρίζει τους ανθρώπους είτε ήταν νέοι ,είτε ήταν κάποιας ηλικίας.
Ένας συνάδελφος του πατέρα της έφερε την οικογένεια του εκεί και πηγαινοερχόταν και αυτός τα Σαββατοκύριακα έτσι οι δυο γυναίκες κάνανε παρέα αφού ήδη γνωρίζονταν από παλιά η δεκάχρονη κόρη τους βρήκε κάποια παιδιά της ηλικίας της δίπλα από το σπίτι που νοίκιαζαν και καμιά φορά πήγαινε με τη Λένα στη θάλασσα ,η μικρή εκμυστηρεύτηκε στη Λένα ότι το επόμενο Σάββατο θα ερχόταν και ο αδελφός της που τώρα είχε πάει στους παππούδες του από τη μητέρα του η οποία είχε πεθάνει όταν αυτός ήταν δυο χρονών.
Η Λένα χάρηκε ,τον ήξερε τον Στέφανο ,ήταν τρία χρόνια μεγαλύτερος και σπούδαζε στην Αμερική γιατρός ,τον είχαν πάρει τα αδέλφια της μητέρας του εκεί μόλις τελείωσε το λύκειο για να σπουδάσει και να επιστρέψει στην Ελλάδα.
Η κυρία Αμαλία η μητριά του ,τι μητριά δηλαδή? αυτή τον μεγάλωσε και τον είχε μη βρέξει και μη στάξει ποτέ δεν τον ξεχώρισε από το δικό της παιδί ,αφού δεν σκεφτόταν να κάνει άλλο παιδί ,η Χαρά ήλθε αργότερα .
Εντωμεταξύ η Λένα συνέχιζε να κάνει παρέα με τον Δημήτρη που τώρα πια μετά από δυο μήνες άνοιξαν τη νεανική τους καρδιά και έβαλε ο ένας τον άλλο μέσα ,πολλές φορές προτιμούσαν να είναι μόνοι τους να χαίρονται ο ένας τον άλλο ,έτσι απομονώνονταν στην άλλη παραλία πίσω από το βουναλάκι που ο Δημήτρης είχε ένα πέτρινο σπίτι που το άφησε ο παππούς του κληρονομιά σ' αυτόν.
Το Σαββάτο έφτασε και μαζί με τον πατέρα της και τον κύριο Κώστα έφτασε και ο Στέφανος τον οποίο η Λένα είχε να τον δει τρία χρόνια ,ο Στέφανος ήταν ψηλός όμορφος με όμορφα μάτια καστανά που πάντα όταν σου μιλούσε σε κοιτούσε ίσια στα μάτια .Του άπλωσε το χέρι και για πρώτη φορά τον είδε να δειλιάζει και να αποφεύγει το βλέμμα της.
Η μητέρα του ήταν μες τη τρελή χαρά τον αγκάλιαζε τον φιλούσε ,αλλά και αυτός δεν έλεγε να την αφήσει την κρατούσε στοργικά από τους ώμους και έτσι όπως ήταν μικροσκοπική χάθηκε μέσα στην αγκαλιά του.
Την Κυριακή το μεσημέρι η κυρία Αμαλία τους κάλεσε όλους για φαγητό να τα πούνε και τα παιδιά είπε,έτσι μέχρι να έλθει η ώρα του φαγητού η Λένα έβαλε ένα σορτσάκι και πήγε στη παραλία να βρει τον Δημήτρη και να του πει πως το απόγευμα δεν θα τον συναντούσε γιατί θα έβγαινε με ένα φίλο ,του εξήγησε για τη φιλία που έδενε τις δυο οικογένειες ,αλλά πρόσεξε ότι ο Δημήτρης είχε κατσουφιάσει και προσπαθούσε να την αποτρέψει να βγει με τον Αθηναίο φίλο της.
Μετά από κάμποση ώρα που σχεδόν πέρασε χωρίς να μιλούν η Λένα καταστενοχωρημένη του έδωσε ένα πεταχτό φιλί αλλά αυτός την τράβηξε πάνω του και τη φίλησε όλο πάθος ζητώντας της συγνώμη που τη στενοχώρησε.
Το Καλοκαίρι κόντευε να τελειώσει και οι διακοπές επίσης, η Λένα δεν στενοχωριόταν και τόσο γιατί ο Δημήτρης ούτως ή άλλως θα ερχόταν στην Αθήνα για να δουλέψει σε μια μεγάλη εταιρεία που είχε ο νονός του ,όταν τον ρώτησε πότε θα πάει στρατιώτης της είπε αόριστα ,αργότερα και εκοψε την κουβέντα απότομα.
Ο Στέφανος αν και χαιρόταν να βλέπει τη Λένα κάθε φορά που βρίσκονταν μόνοι τους ή με άλλους συνέχιζε να αποφεύγει να την κοιτάξει στα μάτια.
Ο Σεπτέμβρης έφτασε και η Λένα τώρα άρχιζε ένα καινούριο κεφάλαιο στη ζωή της όλη τη βδομάδα πήγαινε στη σχολή και τα Σαββατοκύριακα βρισκόταν με τον Δημήτρη ο οποίος της παραπονιόταν ότι θα ήθελε να βρίσκονταν και καθημερινές ,μάλιστα της είπε να νοικιάσουν σπίτι και να μένουν μαζί και πως δεν άντεχε ούτε λεπτό μακρυά της,η Λένα προσπαθούσε να τον λογικεύσει αν και ήταν τόσο ερωτευμένη μαζί του που μέσα της της άρεσε αυτή η ιδέα.
Το πρώτο εξάμηνο τα πήγε πολύ καλά στη σχολή στο δεύτερο έμεινε σχεδόν τα μισά μαθήματα έχανε εργαστήρια ,τσακωνόταν με τους γονείς της που δεν συμφωνούσαν να πάει να νοικιάσει σπίτι και να μείνει μαζί με τον Δημήτρη ,έβλεπαν πως αυτός ο άνθρωπος την επηρέαζε άσχημα.
Η πρώτη χρονιά πέρασε δύσκολα η Λένα έχασε πολλά μαθήματα και έλεγε να τα παρατήσει ,κάτι που τη παρότρυνε και ο Δημήτρης ο οποίος για άγνωστους λόγους παράτησε τη δουλειά και της πρότεινε να πάνε να ζήσουν στο πέτρινο σπίτι που του άφησε ο παππούς του . Αυτό της Λένας της φάνηκε πολύ τολμηρό ,εντωμεταξύ οι γονείς της της είπαν να τον χωρίσει και ότι θα είναι η καταστροφή της.
Η Λένα πήρε την απόφαση της τώρα πια, δεν υπήρχε γυρισμός θα πήγαινε μαζί με τον Δημήτρη η ίδια έβλεπε έναν τρυφερό άντρα που την αγαπούσε και μάλιστα θεωρούσε τους γονείς της υπεύθυνους που άφησε τη δουλειά του γιατί ήθελαν να τους χωρίσουν. Όταν θα πήγαιναν να ζήσουν στη κωμόπολη του κοντά στη θάλασσα που τόσο αγαπούσε θα του έλεγε και για το μωρό που περίμενε ,ναι θα ζούσε με τον αγαπημένο της ,αυτός θα πήγαινε στα κτήματα και θα είχαν έσοδα από τα δωμάτια που νοίκιαζε μαζί με τον αδελφό του. Όλα θα γίνονταν όπως ήθελε αυτός ,η ίδια δεν έβλεπε τίποτα κακό σε αυτό το μέλλον.
Στο επόμενο το τέλος.





Πέμπτη 25 Ιουνίου 2009

Με το βλέμμα στη θάλασσα

Μέρος πρώτο
Άνοιξε τη μπλε πόρτα με το κλειδί που της έδωσε η κυρία Αθηνά και μπήκε μέσα στο δωμάτιο σπρώχνοντας πίσω της τη πόρτα.
Άφησε από το χέρι της τη τροχάλητη βαλίτσα και με μια κίνηση έβγαλε το ψάθινο καπέλο αφήνοντας τα πλούσια καστανά μαλλι
Δημοσίευση ανάρτησης
ά της να πέσουν στη πλάτη .
Προχώρησε στο παράθυρο απέναντι και τραβώντας τη αραχνοϊφαντη άσπρη κουρτίνα το άνοιξε. άθελα της έβγαλε ένα επιφώνημα όλο ευχαρίστηση με αυτό που έβλεπε, είχε ξεχάσει πόσο όμορφη ήταν η θέα από αυτή τη μεριά του κτήματος.
Μπροστά της ξεπρόβαλε η καταγάλανη θάλασσα . Έμεινε να τη κοιτάζει όλο θαυμασμό ,είχε ζητήσει δωμάτιο με θέα τη θάλασσα ,πάντα της άρεσε να κοιτάει τη θάλασσα ,αυτή τη θάλασσα.
Έφυγε από το παράθυρο και ετοιμαζόταν να ανοίξει τη βαλίτσα για να βγάλει τα ρούχα από μέσα όταν πετάχτηκε από τη τρομάρα της ακούγοντας σχεδόν δίπλα της τη κυρία Αθηνά, ω με συγχωρείτε δεν ήθελα να σας τρομάξω,η πόρτα ήταν ανοικτή και σας μίλησα αλλά δεν ακούσατε ,φοβήθηκα μην πάθατε τίποτα.
Δεν σας άκουσα ,χαμογέλασε στη γυναίκα ,δεν θα έκλεισα τη πόρτα ,απλά την έσπρωξα. Ήλθα να σας πω ότι το πρωί σερβίρουμε το πρωινό στις εννιά αν όμως δεν προλαβαίνετε εκείνη την ώρα μπορείτε να σερβιριστείτε μόνη σας στη κοινόχρηστη κουζίνα, εκεί θα βρείτε απ' όλα ,για ότι άλλο θελήσετε μπορείτε να με ρωτήσετε, καλή διαμονή. Η γυναίκα έφυγε κλείνοντας πίσω της τη πόρτα απαλά.
Η Λένα στάθηκε στη μέση του δωματίου και άφησε το βλέμμα της να περιπλανηθεί ένα γύρω στο δωμάτιο ,υπήρχε ένα κρεβάτι σιδερένιο με άσπρο κάλυμμα, ένα μικρό γραφείο και μια καρέκλα μπροστά , λίγο πιο πέρα ένας μικρός καναπές με ένα στρογγυλό τραπεζάκι πάνω στο οποίο είχε μια σύνθεση με ξερά λουλούδια και ένα τασάκι, απέναντι ακριβώς ήταν μια τηλεόραση ,υπήρχε μια πόρτα που οδηγούσε στο μπάνιο και μια μπαλκονόπορτα .
Τακτοποίησε τα ρούχα της , έκανε ένα ντους και φόρεσε ένα κρεμ φόρεμα που της πήγαινε πολύ που αν και σαράντα χρονών το σώμα της θα το ζήλευαν πολλές νεαρότερες γυναίκες.
Κατέβηκε από το πρώτο όροφο και βγήκε στη παραλία, εκεί έβγαλε τα πέδιλα της και περπατούσε ξυπόλυτη πάνω στην άμμο, πιο κάτω βρήκε ένα παγκάκι που το σκίαζε ένας ευκάλυπτος και κάθισε ,κοιτούσε τη θάλασσα και σιγά σιγά το πρόσωπο της άρχισε να χάνει την ηρεμία που είχε όταν έφθασε ,ο ήλιος είχε αρχίσει να δύει και η θάλασσα είχε πάρει ένα ελαφρύ κοκκινωπό χρώμα.
Και τότε όλες οι άσχημες σκέψεις ήλθαν στο μυαλό της ,θα τρελάθηκα φαίνεται πως μου ήλθε να έλθω εδώ μετά από δεκαπέντε χρόνια? Καλά δεν ήταν εκεί που πήγαινα τόσα χρόνια? μήπως έκανα λάθος? πως θα αντέξω τόσες αναμνήσεις?
Σηκώθηκε και τράβηξε για το δωμάτιο της, μπαίνοντας στην είσοδο βρήκε τη κυρία Αθηνά που κρατούσε ένα δίσκο σκεπασμένο με μια πετσέτα, σε σας ερχόμουν ,είπα σήμερα πρώτη μέρα ,θα είσαστε και κουρασμένη ,να σας φέρω κάτι να φάτε ,από αύριο κανονίζετε μόνη σας .
Ευχαριστώ ,μα δεν ήταν ανάγκη ,η αλήθεια ούτε που είχα σκοπό να φάω.Καλά εγώ σας το αφήνω γιατί μπορεί να πεινάσετε αργότερα ,έχετε ξανάρθει στο τόπο μας? η Λένα απάντησε σχεδόν ψιθυριστά ,πολύ παλιά,η γυναίκα της χαμογέλασε και αφού τη καληνύχτισε έφυγε σκεφτική.
Την άλλη μέρα το πρωί κατέβηκε στη τραπεζαρία για να πάρει καφέ και εκεί βρήκε ένα ζευγάρι ήταν δεν ήταν εικοσιπέντε χρονών ,τους καλημέρισε και αυτοί της χαμογέλασαν και συνέχισαν να ταΐζει ο ένας τον άλλο και ο έρωτας τους έλαμπε στο πρόσωπο τους.
Έβαλε καφέ στο φλιτζάνι και βγήκε έξω , το δροσερό αεράκι την έκανε να ριγήσει. Τέλος Σεπτεμβρίου και ο καιρός είχε αρχίσει να αλλάζει , στο μικρό ξενοδοχείο που έμενε δεν πρέπει να είχε πολλούς ένοικους, εξάλλου γιαυτό διάλεξε τέτοια εποχή να έλθει, ήθελε ησυχία, αλλά μόνο εδώ έπρεπε να έλθει ,εδώ που πριν δεκαπέντε χρόνια έζησε τις πιο ευτυχισμένες και τις πιο τραγικές στιγμές της ζωής της.
Επίτηδες ήλθε σε αυτό το ξενοδοχείο με τη διαφορά ότι τότε ήταν ένα πέτρινο μεγάλο σπίτι και έσφυζε από ζωή,ήξερε πως τώρα αυτοί που έμεναν εδώ δεν είχαν καμιά σχέση με το παρελθόν ,απλά είχαν αγοράσει το κτήμα με το κατεστραμμένο σπίτι που κυριολεκτικά χάθηκε μετά τη μεγάλη φωτιά .
Μπήκε μέσα ,έβαλε λίγο καφέ ακόμη και έκανε να ανέβει τη σκάλα για το δωμάτιο της όταν άκουσε μια φωνή να της λέει, κοιμηθήκατε καλά?Ήταν η κυρία Αθηνά που κρατούσε μια κανάτα με νερό ,πρόσεξε ότι η Κυρία Αθηνά την κοιτούσε επίμονα και σκεφτικά. Δεν μπορεί να με γνωρίζει απ' ότι ξέρω αυτή πριν δέκα χρόνια ήλθε εδώ,μπα η ιδέα μου είναι.
Ανέβηκε στο δωμάτιο της, έριξε μια εσάρπα στους ώμους της και βγήκε στο μπαλκόνι να απολαύσει το καφέ της. Ακούμπησε το φλιτζάνι δίπλα στο τραπεζάκι και έσφιξε την εσάρπα στους ώμους της και με μια κίνηση ακούμπησε το μάγουλο της πάνω,Καλέ μου Στέφανε πόσο σε ταλαιπώρησα αλλά τα ψέματα τέλειωσαν πρέπει να πάρω μια απόφαση ,εξάλλου γι' αυτό ήλθα εδώ ,πρέπει να παλέψω με τους δικούς μου δαίμονες και να βγω νικητής, μόνο έτσι θα μπορέσω να σου αφοσιωθώ.
Έκλεισε τα μάτια και άφησε τις αναμνήσεις να ξετυλιχτούν, μετά από δεκαπέντε χρόνια άρχισε να ξαναζεί τον εφιάλτη της.

Συνεχίζετε..

Δευτέρα 15 Ιουνίου 2009

Η εγκατάλειψη

Ένιωθε παρατημένη , κατά βάθος το ένιωθε, μην κοιτάς που δεν ήθελε να το δείχνει .Προσπαθούσε πάντα να δίχνει δυνατή ,όμως μέσα της πάντα ήθελε να τον δει και να τον ρωτήσει ΓΙΑΤΙ ,γιατί δεν ενδιαφέρθηκε ποτέ γι' αυτήν ,γιατί δεν ζήτησε ποτέ να την δει?.
Τις είχε εγκαταλείψει εδώ και πενήντα τόσα χρόνια αυτή και τη μάνα της, ήταν δεν ήταν ενός χρόνου
Με τη πρόφαση πως δεν είχε δουλειά ,έφυγε για αλλού και με σκοπό να γυρίσει μόλις μάζευε λίγα χρήματα. Αλλά το τι ακριβώς έγινε ίσως και να μην το έμαθε ποτέ ,πάντως ο (πατέρας της) δεν γύρισε ποτέ ,δεν τον είδε ποτέ .Έτσι μεγάλωσε μαζί με τη μάνα της στο μικρό τους ορεινό χωριό με λίγους πόρους προς το ζειν.
Δύσκολη καιροί για δυο γυναίκες μόνες χωρίς προστάτη , ήρθε και ο πόλεμος μετά ο εμφύλιος και με χίλια βάσανα τα κατάφεραν να στεριώσουν στα ποδάρια τους.
Τα χρόνια πέρασαν και αυτή παντρεύτηκε ένα χωριανό της και δουλεύανε μαζί τα λιγοστά χωραφάκια τους , έκαναν και δυο παιδιά .
Καμιά φορά έλεγε πως θα ήθελε να δει τον πατέρα της και να τον ρωτήσει, με τι καρδιά την παράτησε, αν ζούσε βέβαια ακόμη , μέχρι τώρα δεν είχαν μάθει τίποτα δεν είχε και τη δυνατότητα να το ψάξει το όλο θέμα.
Το 74 η ζωή την έφερε στη Θεσσαλονίκη και τότε έβαλε γνωστό της δικηγόρο να ψάξει ,να μάθει ζει ο πατέρας της ? πέθανε?
Πράγματι ο δικηγόρος τον εντόπισε και τον ειδοποίησε να περάσει από το γραφείο του για υπόθεση που τον αφορούσε και αυτός την άλλη μέρα πήγε και στάθηκε μπροστά της ,ψυχρός και απόμακρος ,χωρίς μια συγνώμη χωρίς μια μετάνοια.
Και όταν τον ρώτησε ΓΙΑΤΙ αυτός το μόνο που είπε ήταν ότι έτσι το έφερε η ζωή και ότι τώρα είναι παντρεμένος με άλλη και ότι έχει δυο παιδιά παντρεμένα με εγγόνια.
Το αποκορύφωμα ήταν όταν την έβαλε να ορκιστεί πως δεν θα τον ενοχλούσε ποτέ ξανά αλλά ούτε και θα πήγαινε στα (αδέλφια ) της να τους πει την αλήθεια γιατί δεν ήξερε κανείς την ύπαρξη της και την προηγούμενο γάμο του.
Το (κανείς) βέβαια είναι σχετικό γιατί κάποιο χαρτί θα έδωσε για να κάνει δεύτερο γάμο ,όμως η μάνα της δεν έδωσε ποτέ τέτοιο χαρτί,κάποιος έπαιξε εις βάρος τους.
Γύρισε στο χωριό και τα χρόνια πέρασαν ώσπου μια μέρα την πήρε τηλέφωνο η κόρη της από την Αθήνα για να της πει πως είχε επαφή με την ετεροθαλή αδελφή της!!!
Τελικά τίποτα δεν μένει κρυφό και πως έγινε αυτό? Μια ξαδέλφη της είχε πάει διακοπές στη Σκόπελο εκεί έπιασε κουβέντα με μια άλλη παραθερίστρια ,η οποία είπε από που ήταν ο πατέρας της και πως τον έλεγαν και μάλιστα της εκμυστηρεύτηκε πως θα ήθελε να είχε και μια αδελφή .
Όταν γύρισε η ξαδέλφη της από τις διακοπές ρώτησε κάποιαν άλλη συγγενή σχετικά με αυτό το όνομα και αυτή της είπε ότι είναι ο πατέρας της Γιαννούλας που την είχε παρατήσει όταν ήταν μωρό ακόμα.
Έτσι το νήμα ξετυλίχτηκε και εκεί που δεν μπορούσε η Γιαννούλα να ψάξει για τα αδέλφια της λόγω του όρκου που είχε κάνει στον πατέρα της ,την βρήκε η αδελφή της.
Κανόνισαν όλοι μια συναντήσει και εκεί γνώρισε την αδελφή της και τον αδελφό της , ο πατέρας τους είχε πεθάνει και τώρα που μάθανε πως την έλεγαν καταλάβανε και πιο όνομα έλεγε πριν ξεψυχήσει.
Δυστυχώς η Γιαννούλα δεν μπόρεσε να χαρεί και πολύ αυτό το σμίξιμο γιατί μετά από πέντε χρόνια περίπου πέθανε στα 59 της χρόνια.
Αυτή η ιστορία είναι αληθινή και γραμμένη περιληπτικά και αφορούσε τη μητέρα του συζύγου μου και γιαγιά των παιδιών μου.
Ο σύζυγος μου δεν γνώρισε ποτέ αυτόν το (παππού) αλλά ούτε και τον αδελφό της μητέρας του ο οποίος δυσκολεύτηκε πολύ με όλη τη κατάσταση, δεν μπορούσε να πιστέψει ότι ο δικός του (άψογος)πατέρας έκανε κάτι τέτοιο .Την άλλη θεία την γνωρίσαμε μαζί με τα παιδιά της.
Ότι και να κάνουν οι γονείς μεταξύ τους τα παιδιά τους δεν πρέπει ποτέ μα ποτέ και για κανένα λόγο να τα παρατάνε έτσι.


Τετάρτη 10 Ιουνίου 2009

Ο καθένας σας έχει μια θέση στη καρδιά μου.


Είναι κάτι που θέλω εδώ και καιρό να το κάνω ,δηλαδή να γράψω αυτή την ανάρτηση .
Θέλω να ευχαριστήσω όλους εσάς που ήλθατε και βάλατε στα δεξιά του μπλογκ μου το δικό σας μπλογκ,που πάει να πει ότι κάποια στιγμή με βρήκατε από σχόλια που είχα σε άλλο μπλογκ.
Και εγώ έχω πάει σε αρκετά αν και δεν μπορούμε να τα παρακολουθήσουμε όλα.
Επίσης θέλω να ευχαριστήσω όλους εσάς που με έχετε βάλει στο δικό σας μπλογκ που σημαίνει πολλά για μένα .
Και ένα ΜΕΓΑΛΟ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ δημόσια , στον Λέξη Πένιτα που από την αρχή με έχει βοηθήσει πολύ με το μπλογκ μου.