Κυριακή 1 Φεβρουαρίου 2009

Αληθινά όνειρα

Κάθισε κάτω από τη σκιά του μεγάλου δένδρου πάνω στο ξύλινο παγκάκι που τα χρώματα του είχαν ξεφτίσει από πολύ καιρό,ίσως κάποτε να ήταν βαμμένο πράσινο.
Πήρε το βιβλίο και προσπάθησε να διαβάσει ,αλλά η μέρα ήταν τόσο όμορφη!! αρχές της Άνοιξης ο ουρανός ήταν καταγάλανος ,ούτε ένα συννεφάκι δεν φαινόταν στον ορίζοντα ,αντίθετα με την προηγούμενη βδομάδα που έριχνε κατακλυσμό και ο αέρας δεν σε άφηνε να ξεμυτίσεις
Σήμερα όμως τίποτα δεν την κρατούσε στο σπίτι. Κάθε Τετάρτη είχε ρεπό από το εμπορικό όπου δούλευε μέχρι να πάρει το πτυχίο της ,μετά θα ακολουθούσε το επάγγελμα που διάλεξε κοινωνική λειτουργός, ήθελε να ασχοληθεί με τα κοινά.
Παράτησε το βιβλίο δίπλα και το βλέμμα της έπεσε πάνω σε δυο πιτσιρίκια που ήταν δεν ήταν τεσσάρων χρονών και κρατούσαν μια μπάλα που πετούσαν ο ένας στον άλλο γελώντας ,δίπλα τους στεκόταν μια μελαχρινή κοπέλα με τα μαλλιά πλεγμένα πίσω και της έφταναν μέχρι τη μέση,σίγουρα δεν θα ήταν η μητέρα τους, αυτά ήταν καστανόξανθα αν και δεν πρόλαβε να αναρωτηθεί πως ίσως να έμοιαζαν στον πατέρα τους γιατί είδε μια άλλη γυναίκα να πλησιάζει και τα μικρά να τρέχουν πάνω της φωνάζοντας μαμά, μαμά.
Όχι σου λέω όχι δεν γυρνάω στο σπίτι μου ,δεν μπορώ άλλο δεν αντέχω αυτό που γίνετε, ο λυγμός δίπλα της την έκανε να γυρίσει, είδε δυο κορίτσια το ένα με κοντά ξανθά μαλλιά και το άλλο με καστανά σγουρά , αυτό με τα σγουρά τώρα έκλαιγε προσπαθώντας να μην ακουστεί.
Ξαναπήρε το βιβλίο και έκανε ότι διάβαζε δεν ήθελε να φέρει σε δύσκολη θέση τα κορίτσια ,αυτό που έκλαιγε πιθανόν να μην πήρε καν είδηση ότι κάποιος άλλος τους άκουγε, εξάλλου το πάρκο είχε πολύ κόσμο μετά το μεσημέρι,ήταν λίγο μετά που έκλειναν οι δουλειές και τα σχολεία και πολλοί περνούσαν ή κάθονταν να χαρούν λίγο ήλιο και να ξεφύγουν από το κλείσιμο στα γραφεία και τα σχολεία,το άλλο κορίτσι όμως η φίλη της γύρισε και την κοίταξε κάπως αμήχανα, αυτή βέβαια έκανε σαν να μην άκουσε τίποτα και συνέχισε να είναι σκυφτή στο βιβλίο.
Και που θα πας ? Θα έλθω σε σένα !! Δεν γίνετε από χθες είναι η αδελφή μου στο σπίτι με τα παιδιά της και γίνετε χαμός . Δεν πειράζει θα μείνω εδώ μέχρι που θα νυκτώσει και όταν φύγει η αδελφή σου πάρε με τηλέφωνο να έλθω ,δεν θα μείνω καιρό ,μετά θα δω τι θα κάνω..
Το κορίτσι με τα κοντά μαλλιά αγαπούσε τη φίλη της, ήξερε το δράμα της και ένιωθε άσχημα που δεν μπορούσε να τη βοηθήσει, δεν ήξερε τι να της πει ,κοίτα δεν γίνετε να έρθεις γιατί ....,κόμπιαζε, να.... ξέρεις η αδελφή μου παράτησε τον άνδρα της και όπως ξέρεις το δυαράκι που μένουμε ίσα ίσα που μας χωράει ,εγώ κοιμάμαι στο χολ γιατί στον καναπέ του σαλονιού βάλαμε τα παιδιά ,η αδελφή μου κοιμάται χάμω,σου λέω δεν γίνετε.
Έκλεισε το βιβλίο με σκοπό να σηκωθεί να φύγει,αλλά δεν κουνήθηκε από τη θέση της όταν άκουσε το κορίτσι να συνεχίζει και να λέει στη φίλη της ,γιατί δεν πηγαίνεις στην αστυνομία?
Θεέ μου τι γίνετε εδώ?Άνοιξε το βιβλίο και μόνο γράμματα δεν έβλεπε, που και που γυρνούσε και καμιά σελίδα για να μην καταλάβουν ότι έστησε αυτί,και συγχρόνως το μυαλό της δούλευε.Την είχε πιάσει μια αγωνία και ένας φόβος για το τι θα άκουγε όμως δεν κουνήθηκε από τη θέση της.
Μα τι λες ? Το κορίτσι με τα σγουρά μαλλιά σχεδόν φώναξε ,ένα κύριος που περνούσε εκείνη τη στιγμή από μπροστά τους γύρισε και τις κοίταξε κουνώντας το κεφάλι και μονολόγησε λίγα βήματα πιο πέρα, αχ αυτά τα σημερινά παιδιά !!!! και συνέχισε τη βόλτα του κάτω από τον ανοιξιάτικο ήλιο που οι αχτίδες του τώρα δεν έκαιγαν ,είχε πάει πέντε η ώρα.
Ξέρεις τι λες???? Αυτός είναι η αστυνομία!!! Να μην πας στο τμήμα που δουλεύει αυτός !! Χα φώναξε ακόμα πιο δυνατά το σγουρόμαλλο κορίτσι και μετά σχεδόν ψιθυριστά και τι νομίζεις ?Όλοι αυτοί γνωρίζει ο ένας τον άλλο ,λες να τον καταδώσουν???Όχι όχι θα με βγάλουν τρελή και αυτός μετά από λίγο καιρό θα αρχίσει τα ίδια .
Η μαμά σου τι λέει ?επέμενε η φίλη της. Τρελή είσαι?? Τι να της πω?? Ότι ο άνδρας της κάθε τρεις και λίγο έρχεται το βράδυ όταν αυτή κοιμάται και με βιάζει? Αυτό να της πω?? Δεν θα με πιστέψει!!!
Κάποτε στο άλλο σπίτι που μέναμε τότε που ζούσε ο μπαμπάς μου ακόμα είχε βουίξει ο τόπος πως ΄ένας πατέρας βίαζε την κόρη του,το είχε πει και η τηλεόραση. Ξέρεις τι είπε η μάνα μου ?΄΄Ότι το κορίτσι ξεμυάλισε τον πατέρα του !!Αν είναι δυνατόν!!!!Και τώρα μου λες να της πω για τον πατριό μου έναν ξένο για μένα, τον άνδρα της? Που να μην έσωνε ποτέ να τον παντρευτεί !!!.
Τώρα το κορίτσι έκλαιγε με λυγμούς, η φίλη της την αγκάλιασε και κλαίγοντας και αυτή προσπαθούσε να βρει δυο λόγια παρηγοριάς.
Το βιβλίο της έφυγε από τα χέρια , κοινωνική λειτουργός δεν θέλει να γίνει?Να βοηθά κόσμο ? Τέτοιες περιπτώσεις θα συναντούσε συχνά ,σηκώθηκε από το ξεφτισμένο παγκάκι και έκανε ένα βήμα προς τα κορίτσια, όμως τι έπαθε? Γιατί δεν μπορούσε να κουνήσει τα πόδια της ?Γιατί ένιωθε τόσο βαριά?Γύρισε αργά, αργά το κεφάλι της αλλά τα κορίτσια δεν ήταν εκεί ?Πού είχαν εξαφανιστεί?Γιατί καθόταν μόνη στο πάρκο? Που πήγε ο ήλιος? Γιατί κρύωνε?
Έβαλε όλη της την δύναμη να κουνηθεί αλλά ένιωσε το σώμα της να πιέζετε, άνοιξε τα μάτια έντρομη, τα χέρια της ήταν ακινητοποιημένα, πήγε να φωνάξει αλλά ένα χέρι της έκλεινε το στόμα ,για άλλη μια νύχτα έζησε τον εφιάλτη που ζούσε εδώ και δυο χρόνια.