Η γη που αγαπήσαμε ,η γη που αναστηθήκαμε ,η γη που μεγαλώσαμε,εκεί που κάναμε όνειρα ,εκεί που νιώσαμε τα πρώτα χάδια των γονιών μας ,εκεί που ακούστηκε το πρώτο κλάμα μας ,το πρώτο γέλιο μας .
Η γη που δέχτηκε τα πρώτα μας μικρά βηματάκια καθώς και όλο μας το μικρό κορμάκι όταν προσπαθούσαμε να σταθούμε και το κέντρο βάρους δεν υπάκουε με αποτέλεσμα να πέφτουμε πάνω στη γη που πάντα μας δεχόταν με αγάπη!
Η γη που νομίζαμε πως πάντα θα είναι δική μας και από πάνω ο γαλάζιος ουρανός με τον ολόλαμπρον ήλιο και την νύκτα με τα άπειρα αστέρια .
Η γη μας που μας έδινε ψωμί να φάμε ,που κρατούσε τα σπίτια μας όρθια για να μπορούμε εμείς να έχουμε προφύλαξη από τον ήλιο ,τη βροχή, τον αέρα.
Το σπίτι μας ,ζεστό το Χειμώνα ,δροσερό το Καλοκαίρι.
Το σπίτι μας με τις μυρωδιές των φαγητών που έφτιαχνε η μάνα ,με τα γέλια και τα βάσανα που όλα μαζί ένωναν την οικογένεια!
Οι μυρωδιές που έβγαιναν ως έξω στην αυλή , στο δρόμο,τα γέλια που ακούγονταν ως έξω στην αυλή .
Η αυλή μας με τα λουλούδια της με τη κληματαριά που μαζεύαμε τα φρέσκα κληματόφυλλα για να κάνουμε κουπέπια και μετά γινόταν το βέρικο σταφύλι και γέμιζε ο τόπος σφήκες να το φάνε και μεις βάζαμε σακούλια να το προφυλάξουμε.
Τα τέσσερα μας πεύκα ένα για κάθε παιδί εκεί που έδενε ο πατέρας μου ένα χοντρό σχοινί για να μου κάνει κούνια και να χαίρομαι.
Οι αμυγδαλιές που την Άνοιξη ήταν σαν νυφούλες στην άκρη του χωραφιού και αργότερα που άρχιζαν οι καρποί και πριν ακόμα γίνου σκληροί μαζί με τα άλλα παιδιά να βάζουμε αλάτι σε ένα χαρτάκι και να σκαρφαλώνουμε να κόψουμε αμύγδαλα πράσινα άγουρα να φάμε και να ανακατώνετε το αλάτι μαζί με το ξινό αμύγδαλο και μεις να κλείνουμε τα μάτια από αυτή την ηδονική γεύση.
Ο δρόμος , αυτός που σου δείχνει το σπίτι σου ,η σιγουριά του ,που ξέρεις το κάθε καντούνι, τη κάθε λακκούβα , την κάθε πέτρα το κάθε λουλουδάκι που βγαίνει, την κάθε μυρμηγκοφωλιά.
Η γειτονιά σου ,οι αγαπημένοι σου γείτονες , στα καλά και στα άσχημα η καλημέρα τους η καλή τους η κουβέντα ,η καληνύχτα τους.
Όλα αυτά είναι ο τόπος σου ! Όλα αυτά κανείς δεν μπορεί να στα πάρει ,μπορεί να έφυγες από εκεί που έκτισες τις αναμνήσεις σου και άλλοι να τέρπονται τους κόπους σου να βλέπουν και να ζουν στη γη σου ,τις αναμνήσεις σου όμως δεν μπορούν να στις πάρουν ! Ποτέ!
υ.γ.Πολλοί θα πείτε ίσως ,και τι να κάνω τις αναμνήσεις; Μα αν τις ξεχάσουμε ,αν τις αφήσουμε να φύγουν , θα είναι σαν να ξεχνάμε και αφήνουμε να φύγει και η γη μας!
Η γη που δέχτηκε τα πρώτα μας μικρά βηματάκια καθώς και όλο μας το μικρό κορμάκι όταν προσπαθούσαμε να σταθούμε και το κέντρο βάρους δεν υπάκουε με αποτέλεσμα να πέφτουμε πάνω στη γη που πάντα μας δεχόταν με αγάπη!
Η γη που νομίζαμε πως πάντα θα είναι δική μας και από πάνω ο γαλάζιος ουρανός με τον ολόλαμπρον ήλιο και την νύκτα με τα άπειρα αστέρια .
Η γη μας που μας έδινε ψωμί να φάμε ,που κρατούσε τα σπίτια μας όρθια για να μπορούμε εμείς να έχουμε προφύλαξη από τον ήλιο ,τη βροχή, τον αέρα.
Το σπίτι μας ,ζεστό το Χειμώνα ,δροσερό το Καλοκαίρι.
Το σπίτι μας με τις μυρωδιές των φαγητών που έφτιαχνε η μάνα ,με τα γέλια και τα βάσανα που όλα μαζί ένωναν την οικογένεια!
Οι μυρωδιές που έβγαιναν ως έξω στην αυλή , στο δρόμο,τα γέλια που ακούγονταν ως έξω στην αυλή .
Η αυλή μας με τα λουλούδια της με τη κληματαριά που μαζεύαμε τα φρέσκα κληματόφυλλα για να κάνουμε κουπέπια και μετά γινόταν το βέρικο σταφύλι και γέμιζε ο τόπος σφήκες να το φάνε και μεις βάζαμε σακούλια να το προφυλάξουμε.
Τα τέσσερα μας πεύκα ένα για κάθε παιδί εκεί που έδενε ο πατέρας μου ένα χοντρό σχοινί για να μου κάνει κούνια και να χαίρομαι.
Οι αμυγδαλιές που την Άνοιξη ήταν σαν νυφούλες στην άκρη του χωραφιού και αργότερα που άρχιζαν οι καρποί και πριν ακόμα γίνου σκληροί μαζί με τα άλλα παιδιά να βάζουμε αλάτι σε ένα χαρτάκι και να σκαρφαλώνουμε να κόψουμε αμύγδαλα πράσινα άγουρα να φάμε και να ανακατώνετε το αλάτι μαζί με το ξινό αμύγδαλο και μεις να κλείνουμε τα μάτια από αυτή την ηδονική γεύση.
Ο δρόμος , αυτός που σου δείχνει το σπίτι σου ,η σιγουριά του ,που ξέρεις το κάθε καντούνι, τη κάθε λακκούβα , την κάθε πέτρα το κάθε λουλουδάκι που βγαίνει, την κάθε μυρμηγκοφωλιά.
Η γειτονιά σου ,οι αγαπημένοι σου γείτονες , στα καλά και στα άσχημα η καλημέρα τους η καλή τους η κουβέντα ,η καληνύχτα τους.
Όλα αυτά είναι ο τόπος σου ! Όλα αυτά κανείς δεν μπορεί να στα πάρει ,μπορεί να έφυγες από εκεί που έκτισες τις αναμνήσεις σου και άλλοι να τέρπονται τους κόπους σου να βλέπουν και να ζουν στη γη σου ,τις αναμνήσεις σου όμως δεν μπορούν να στις πάρουν ! Ποτέ!
υ.γ.Πολλοί θα πείτε ίσως ,και τι να κάνω τις αναμνήσεις; Μα αν τις ξεχάσουμε ,αν τις αφήσουμε να φύγουν , θα είναι σαν να ξεχνάμε και αφήνουμε να φύγει και η γη μας!
2 σχόλια:
Μια φίλη συχνά μου λέει ότι κάνει κάθε μέρα τις διαδρομές στο μυαλό της, από το σπίτι της στο σχολείο, στης γιαγιάς της... στο... στο... για να ΜΗΝ ξεχάσει, να κρατά τον τόπο της ζωντανό μέσα της.
Οι αναμνήσεις είναι ότι μας άφησαν.
Αυτό για μένα είναι το πραγματικό ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ και όχι αυτό που πιπιλούσαν (έπαψαν πια να το λένε) τόσα χρόνια.
Αχ καλή μου Σταλαματιά...
Τι υπέροχο κείμενο!
Ξεχειλίζει από μια απέραντη κι ανιδιοτελή αγάπη προς την πατρίδα!
...και μου θύμισες εκείνο τον μοναδικό μονόλογο της Αριάγνης του Τσίρκα.
Δημοσίευση σχολίου